Εισαγωγή
Σε μια εποχή θρησκευτικού πλουραλισμού και αυξανόμενων εντάσεων μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων, η ανάγκη για αυθεντικό και θεολογικά θεμελιωμένο διαθρησκειακό διάλογο είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Μέσα στην χριστιανική παράδοση, η Καινή Διαθήκη προσφέρει θεμελιώδη πρότυπα για έναν τέτοιο διάλογο, εκ των οποίων ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά είναι ο διάλογος του Ιησού με τη Σαμαρείτιδα[1] στο φρέαρ του Ιακώβ[2].
Η συνάντηση αυτή δεν αποτελεί απλώς μια αφήγηση ατομικής μεταστροφής, αλλά ένα θεολογικό και ιεραποστολικό πρότυπο προσέγγισης του «θρησκευτικά άλλου» με πνεύμα αληθείας, συμπόνιας και μεταμορφωτικής σχέσης[3]. Ο διάλογος αυτός βρίσκεται στη διασταύρωση της ιουδαίο-σαμαρειτικής σύγκρουσης, των έμφυλων ρόλων, των κοινωνικών ταμπού και της θεολογικής απόκλισης, προσφέροντας γόνιμο έδαφος για στοχασμό πάνω στις προκλήσεις και τις δυνατότητες του σύγχρονου διαθρησκειακού διαλόγου[4].Η παρούσα
μελέτη εξετάζει τον διάλογο του Ιησού με τη Σαμαρείτιδα ως πρότυπο
διαθρησκειακού διαλόγου. Ερευνά το ιστορικό και θεολογικό υπόβαθρο της
συνάντησης, τη δυναμική της συνομιλίας[5],
και τις επιπτώσεις της για τη σύγχρονη θεολογική πράξη. Υποστηρίζει ότι το
επεισόδιο αυτό ενσαρκώνει μια χριστοκεντρική, σχεσιακή και διαλογική προσέγγιση
της θρησκευτικής ετερότητας, η οποία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη στο
πολυθρησκευτικό μας περιβάλλον.
1. Ιστορικό
και Θεολογικό Πλαίσιο της Συνάντησης
Για να
κατανοήσει κανείς τη διαθρησκειακή διάσταση του Κατά Ιωάννην κεφαλαίου 4,
πρέπει να εξετάσει τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ Ιουδαίων και Σαμαρειτών κατά
τον πρώτο αιώνα[6]. Η
εχθρότητα μεταξύ των δύο αυτών ομάδων ανατρέχει στην μεταεξοριστική περίοδο,
όταν οι επαναπατρισθέντες Ιουδαίοι απέρριψαν τις θρησκευτικές διεκδικήσεις και
τις λατρευτικές πρακτικές των Σαμαρειτών, τους οποίους θεωρούσαν εθνολογικά
ακάθαρτους και θεολογικά αιρετικούς[7].
Οι Σαμαρείτες, από την πλευρά τους, διατηρούσαν αντίπαλο ναό στο όρος Γαριζίν
και αναγνώριζαν ως Αγία Γραφή μόνο την Πεντάτευχο². Μέχρι την εποχή του Ιησού,
οι Ιουδαίοι απέφευγαν συστηματικά κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες[8].
Μέσα σε αυτό
το πλαίσιο, η απόφαση του Ιησού να περάσει από τη Σαμάρεια και να εμπλακεί σε
θεολογική συζήτηση με μια Σαμαρείτιδα — και μάλιστα γυναίκα — συνιστά παράβαση
πολλαπλών κοινωνικών και θρησκευτικών ταμπού. Ο ίδιος ο ευαγγελιστής σημειώνει:
«Οἱ Ἰουδαῖοι γὰρ οὐ συγχρῶνται Σαμαρείταις[9]»
. Εξάλλου, για έναν ραββίνο της εποχής θεωρούνταν κοινωνικά ανεπίτρεπτο να
συνομιλεί ιδιωτικά με γυναίκα. Η πρωτοβουλία του Ιησού δηλώνει την ριζική
ανοιχτότητα, η οποία ανατρέπει αποκλειστικές θρησκευτικές οριοθετήσεις υπέρ
μιας αποστολής βασισμένης στη σχεσιακή εμπλοκή.
2. Η Διαλογική
Μέθοδος του Χριστού
Η
αλληλεπίδραση του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα είναι βαθύτατα διαλογική[10].
Δεν προχωρά σε μονολόγους ούτε επιβάλλει δογματική υπεροχή, αλλά εισέρχεται σε
έναν δυναμικό διάλογο που εξελίσσεται σταδιακά: από μια σωματική ανάγκη («Δός
μοι πεῖν»)[11] σε
βαθύ θεολογικό στοχασμό («Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν
πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»[12].
Η γυναίκα τον αναγνωρίζει αρχικά ως Ιουδαίο (στ. 9), κατόπιν ως προφήτη (στ.
19), και τέλος ως Μεσσία (στ. 29). Η μεταμόρφωσή της προκύπτει μέσα από
διάλογο, όχι καταναγκασμό — χαρακτηριστικό γνώρισμα αυθεντικού διαθρησκειακού
διαλόγου⁵.
Ο Ιησούς
επίσης δεν αγνοεί τις θεολογικές διαφορές, αλλά τις τοποθετεί σε ένα ευρύτερο
εσχατολογικό πλαίσιο. Αναγνωρίζει την ιστορική πραγματικότητα «Ὑμεῖς
προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε· ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν»[13],
αλλά προσκαλεί σε μια υπέρβαση των αποκλειστικών αξιώσεων με τη φράση: «ἔρχεται
ὥρα… ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταί προσκυνήσουσι τῷ Πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ
ἀληθείᾳ» (στ. 23). Η προοπτική αυτή μετατοπίζει τη συζήτηση από τη θεσμική
αντιπαλότητα προς μια θεολογία πληρότητας και οικουμενικότητας⁶.
3. Η Σαμαρείτιδα ως Σύμβολο του Θρησκευτικού «Άλλου»
Η Σαμαρείτιδα
δύναται να ερμηνευθεί ως λογοτεχνική και θεολογική μορφή του θρησκευτικού
«άλλου» — ενός προσώπου που ενσωματώνει πολιτισμική αποξένωση και θεολογική
ετερότητα. Η ταυτότητά της ως Σαμαρείτιδα, γυναίκα και πρόσωπο με προσωπικό
παρελθόν κοινωνικά αμφιλεγόμενο την τοποθετεί στο περιθώριο της θρησκευτικής
νομιμότητας. Κι όμως, σε αυτήν ακριβώς αποκαλύπτει ο Χριστός βαθιές αλήθειες
για τον Θεό και την αυθεντική λατρεία. Αυτό υποδηλώνει ανατροπή των
παραδοσιακών ιεραρχιών και μια ριζική συμπερίληψη στον πυρήνα του ευαγγελικού
μηνύματος[14].
Η πορεία
κατανόησης της γυναίκας αντικατοπτρίζει στάδια κοινά σε πολλές διαθρησκειακές
συναντήσεις: από τη δυσπιστία στην περιέργεια, από την άμυνα στο άνοιγμα, και
τελικά στη μαρτυρία. Η μετατροπή της σε ευαγγελίστρια της κοινότητάς της[15]
ανατρέπει την ιδέα ότι οι «θρησκευτικά
άλλοι» πρέπει πρώτα να συμμορφωθούν με εσωτερικά πρότυπα προτού ενσωματωθούν
στο θείο σχέδιο. Αντίθετα, γίνεται η ίδια φορέας αποκάλυψης και σύμβολο της
αποστολικής δυναμικής που πηγάζει από την αυθεντική συνάντηση.
4. Από τον
Διάλογο στην Αποστολή: Η Εκκλησιολογική Διάσταση
Η κατάληξη του
αφηγήματος στο Κατά Ιωάννην δεν περιορίζεται σε μια προσωπική ανταπόκριση, αλλά
μετατρέπεται σε συλλογική αφύπνιση. Η γυναίκα γίνεται αφορμή τοπικής
ιεραποστολικής αναγέννησης: «Πολλοὶ ἐκ τῆς πόλεως ἐκείνης ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν
διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός»[16].
Ο διάλογός της με τον Ιησού εγκαινιάζει μια νέα εκκλησιολογική πραγματικότητα,
όπου το χάσμα Ιουδαίων και Σαμαρειτών αρχίζει να γεφυρώνεται εντός της πίστεως.
Αυτή η
μετάβαση από τον προσωπικό διάλογο στη συλλογική πίστη αποτελεί πρότυπο για το
πώς αυθεντικές διαθρησκειακές συναντήσεις μπορούν να αποφέρουν εκκλησιαστικό
καρπό[17].
Η Εκκλησία — όχι μόνο ως θεσμός, αλλά ως κοινότητα προσώπων που έχουν
συναντήσει τον Χριστό — καλείται να ενσαρκώσει την ίδια αυτή αποστολικότητα και
ανοιχτότητα. Η ιστορία αυτή προτρέπει τις σύγχρονες εκκλησιαστικές κοινότητες
να υιοθετήσουν μια ιεραποστολική στάση που δεν στηρίζεται στον προσηλυτισμό,
αλλά στη διαλογική μαρτυρία και τη φιλοξενία[18].
Η ομολογία των
Σαμαρειτών «ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου»[19],
αναγνωρίζει την καθολικότητα της σωτηριολογικής αποστολής του Χριστού. Η
ομολογία αυτή διανοίγει τον ορίζοντα της αποστολής πέρα από εθνοτικές και
θρησκευτικές οριοθετήσεις, θεμελιώνοντας μια καθολικότητα που πηγάζει από την
προσωπική εμπειρία και τη μεταμόρφωση της κοινότητας.
5.
Ερμηνευτικές και Θεολογικές Επιπτώσεις για τον Σύγχρονο Διαθρησκειακό Διάλογο
Ο διάλογος του
Ιησού με τη Σαμαρείτιδα προσφέρει ένα πρότυπο διαλόγου που δεν βασίζεται σε
σχετικισμό ή αποσιώπηση της αλήθειας, αλλά σε μια βαθιά θεολογική εμπιστοσύνη
στην αποκαλυπτική δύναμη της σχέσης. Ο Χριστός αναγνωρίζει τη διαφορετικότητα
της γυναίκας, μιλά με ειλικρίνεια για τις θεολογικές διαφορές, και ταυτόχρονα
καλεί σε υπέρβαση μέσα από την αλήθεια του Θεού ως Πνεύμα.
Αυτό το
πρότυπο έρχεται σε αντίθεση τόσο με μοντέλα συγκρουσιακού αποκλεισμού όσο και
με προσεγγίσεις συγχωνευτικού συγκρητισμού. Αντί να επιδιώξει συμφωνία μέσω
εξομάλυνσης των διαφορών, ο Ιησούς πορεύεται μέσω μιας εσωτερικής μεταμόρφωσης
του συνομιλητή, δια της αλήθειας και του Πνεύματος. Αυτό μπορεί να αποτελέσει
θεολογικό υπόβαθρο για έναν διαθρησκειακό διάλογο που δεν παραιτείται από τη
χριστοκεντρική του ταυτότητα, αλλά την εκφράζει ως δώρο προς τον άλλον.
Επιπλέον, ο
διάλογος αυτός ενισχύει την ανάγκη συμπερίληψης των περιθωριοποιημένων φωνών
στον θεολογικό λόγο. Η γυναίκα — κοινωνικά και θεολογικά «άλλη» — αναδεικνύεται
σε βασική θεολογική συνομιλήτρια. Ο διαθρησκειακός διάλογος, συνεπώς, οφείλει
να περιλαμβάνει όχι μόνο επίσημους εκπροσώπους των θρησκειών αλλά και τις
καθημερινές εμπειρίες των απλών πιστών — κυρίως εκείνων που βρίσκονται στις
παρυφές των θρησκευτικών κοινοτήτων.
Συμπεράσματα
Ο διάλογος του
Ιησού με τη Σαμαρείτιδα στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο αποτελεί ένα ισχυρό
θεολογικό και εκκλησιολογικό υπόδειγμα για τη σύγχρονη διαθρησκειακή
προσέγγιση. Αναδεικνύει τη σημασία της θεολογικής ειλικρίνειας, της προσωπικής
σχέσης και της πνευματικής αναζήτησης σε κάθε αυθεντικό διάλογο. Προτείνει μια
εκκλησιολογία ανοιχτή, σχεσιακή και μαρτυρική, που βλέπει τη θρησκευτική
ετερότητα όχι ως απειλή, αλλά ως ευκαιρία συνάντησης, αμοιβαίας κατανόησης και
μεταμόρφωσης. Σε μια εποχή πολυθρησκευτικής συνύπαρξης και ενίοτε πόλωσης, η
χριστολογική προσέγγιση του «διαλέγεσθαι» που εφαρμόζει ο Ιησούς προς τη
Σαμαρείτιδα καλεί τις χριστιανικές κοινότητες να αναπτύξουν λόγο και πράξη
εμπνευσμένα όχι από φόβο, αλλά από την αγάπη της αλήθειας και την αλήθεια της
αγάπης
[1] Joel B. Green (ed.), «Samaritan Woman», in Dictionary of Jesus and the Gospels (The IVP Bible Dictionary Series) Hardcover – November 11, 2013, by Joel B. Green (Editor, Co-editor), Prof. Jeannine K. Brown (Editor, Co-editor), pp. 729–734.
[2] Ιωάν. 4:1–42.
[3] Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία ΛΒ΄,
Εἰς τὸ Κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον: «Πόσον
δε φιλοσοφώτερον ἡ
γυνὴ ἀντιλέγει· “Κύριε, οὐτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν;” Οὐ κατεγέλασε, οὐκ εἶπε· τίνα μανίαν ἐμαίχετο; ἀλλ’ εἰρηνικῶς, καὶ μάλιστα σπουδῆς τινος ἐμφατικῶς ἀντελάβετο τοῦ λόγου» , PG 59, 180.
[4] Πρλβ. Νικολάου Λουδοβίκου Πρωτ., Πρόσωπο
και Έρως: Οντολογία και Οικουμενικότητα, Θεσσαλονίκη: Αρμός, 2002. Σχολιασμός
της συνάντησης ως αποκαλυπτικό γεγονός υπέρβασης της ετερότητας.
[5] Γρηγορίου Νύσσης, Λόγος εἰς τὴν Φωτοφόρον καὶ Ἁγίαν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, «Ἡ γυνὴ
ἐκεῖνη, τῆς
Σαμαρείας, τύπος ἐστὶν τοῦ
ἔθνους τῶν ἐθνῶν,
ὃ τῇ χάριτι πρὸς
τὸ φρέαρ τοῦ Λόγου προσῆλθεν»,
PG 46, 617B.
[6] Marianne Meye Thompson, “Jesus and the Samaritan Woman in John 4: A Study
in Narrative and Theology”, in Journal of Biblical Literature, 109, 2
(1990), pp. 263–276. David Rensberger, “Encountering
the Divine: Transformation in John 4”, in Interpretation: A Journal of Bible
and Theology, 63, 4 (2009), pp. 390–400.
[7] Stanley Samartha, One Christ–Many Religions, Maryknoll: Orbis Books,
1991, pp. 65–80. David Rensberger, “Encountering the Divine: Transformation in
John 4”, in Interpretation: A Journal of Bible and Theology, 63, 4
(2009), pp. 390–400.
[8] Dimitrios Salapatas, “Interreligious Dialogue and the Samaritan Woman”, Journal
of Orthodox Christian Studies, Vol. 3, No. 2 (2021), pp. 195–210.
[9] Ιωαν. 4,9.
[10] Σωτήριος Δεσπότης, Η Βίβλος και
ο Διαθρησκειακός Διάλογος, Αθήνα: Εν Πλω, 2012, σσ. 97–112. Περισσότερα βλ. και Ἀναστασίου
Γιαννουλάτου, Αρχιεπ. Αλβανίας, Ἡ Ἐιρηνικὴ Συνύπαρξη καὶ Ὁ Διαθρησκειακὸς
Διάλογος, Ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, 2005.
[11] Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Υπόμνημα
εις το κατά Ιωάννην , Ομιλία ΛΒ, «Ὕδωρ
ζῶν ὁνομάζει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, δι᾽ οὗ ἀνακαινίζεται ὁ ἄνθρωπος εἰς καινὴν ζωήν ἐν Χριστῷ» , PG 73, 221B.Βασιλείου
Σελευκείας, Ομιλία εις την Σαμαρείτιδαν, Ἡ Σαμαρείτις ὡς ψυχὴ διψῶσα, ἀντιλαμβάνεται τῆς χάριτος τοῦ Λόγου καὶ μεταδίδωσι τοῖς συμπολίταις· ἐκκαλεῖ τοὺς πολλοὺς ἐπὶ Χριστόν», PG 85, 296A.
[12] Ιωαν. 4,24.
[13] Ιωαν. 4,22.
[14] Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, Ἑρμηνεία εἰς τὸ Κατὰ Ἰωάννην, «Ἡ γυνὴ ἦν μὲν ἁμαρτωλή, ἀλλὰ διὰ τοῦ πόθου ἐδείξατο ἱκανὴν ἐκλεκθῆναι, καὶ ἀπὸ ἀνεπιστρεπτοῦ γίνεται κήρυξ»,PG 123, 1085D.
[15] Ιωαν. 4,28–30.
[16] Ιωαν. 4,39.
[17] Νικολάου Καβάσιλα, Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, «Ὡς ὑπόδειγμα τῆς κατὰ Χριστὸν διψῆς προτείνεται ἡ Σαμαρείτις, ἥτις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν ἠξιώθη δέξασθαι», PG 150, 572A. Ἰερόθεος Βλάχος, Μητρ. Ναυπάκτου, «Ἡ ἁμαρτωλὴ γυνὴ μεταμορφώνεται διὰ τῆς ὑπαρξιακῆς συναντήσεως μετὰ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Σαμαρείτις ἀναδεικνύεται ὡς ὑπαρξιακὸ μοντέλο μετανοίας.» Ἡ Θεραπεία τῆς Ψυχῆς, ἐκδ. Ιερά Μονή Γενεθλίου Θεοτόκου,
2003, σ. 148.
[18] Π. Ν. Τρεμπέλας, Υπόμνημα εις το
Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Αθήνα: Ο Σωτήρ, χ.χ. σσ. 168–185.
[19] Ιωαν. 4,42.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
1) Ενδέχεται το περιεχόμενο του άρθρου να μη συμπίπτει με τις απόψεις και θέσεις του Ιστολογίου.
2) Να μην χρησιμοποιείτε greeklish για τον καλύτερη κατανόηση των σχολίων σας.
3) Να τσεκάρετε το πλαίσιο "Να λαμβάνω ειδοποιήσεις" που βρίσκεται κάτω από το μήνυμα σας, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, ώστε να ειδοποιείστε για τα επόμενα σχόλια αυτής της ανάρτησης, μέσω της ηλεκτρονικής σας διεύθυνσης.
4)Τα σχόλια ελέγχονται από τον Διαχειριστή.
5) Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: Johhlotsios@gmail.com.