Του Ιωάννη Λότσιου
Η Εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός. Δρα και κινείται ως θεια και
ανθρώπινη κοινωνία. Αυτό αναδύεται από την υποστατική ένωση των δυο
φύσεων του Χριστού, στο οποίο ο Χριστός αναγνωρίστηκε ως θεάνθρωπος, άρα
και η Εκκλησία ως Σώμα Αυτού είναι Θεανθρωπινη. Στην πράξη αυτό
σημαίνει ότι όταν η ανθρώπινη πτυχή της Εκκλησίας, πάσχει ή
διακινδυνεύει, η θεια πλευρά της καλείται να δώσει επαρκώς την
πνευματική επάρκεια στους πιστούς. Αυτό εμπερικλείεται και στο θέμα της
σχέσεως Κράτους και Εκκλησίας. Στην σχέση αυτή ήρθε το θέμα της ορκωμοσίας.
Από το Σύνταγμα της χώρας η ορκωμοσία έχει δύο επιλογές: την θρησκευτική και την πολιτική ορκωμοσία. Στην ελεύθερη επιλογή είναι στον κάθε πολίτη και μάλιστα του Πρωθυπουργού, να επιλέξει ένα από τα δύο. Αυτό δεν σημαίνει ότι η άλλη επιλογή είναι μια λανθασμένη πράξη ή περισσότερο να περιφρονείται.
Η υπόθεση της ορκωμοσίας του νέου πρωθυπουργού της χώρας, έδωσε το έναυσμα στον εκκλησιαστικό χώρο να τοποθετηθούν με θετικά ή αρνητικά σχόλια και άρθρα, μερικά από αυτά επικεντρώνονται από το «καλώς εποίησεν» μέχρι το «εμπαίζειν την εκκλησία», ή το άλλο «είναι ευθύς εξ αρχής καταδικασμένη σε αποτυχία». Αντίθετα από άλλους χώρους, π.χ. των Άθεων, θεωρήθηκε μια πρώτη κίνηση περιφρόνησης και περιθωριοποίησης της Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία, πράξη που συνιστά ένα πρώτο βήμα για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας. Ομίλησαν περί ‘’κρατικής Εκκλησίας’’ που πρέπει το Κράτος επιτέλους να εκοσμικευθεί.
Από τον εκκλησιαστικό χώρο όμως είδαμε απόψεις διαμετρικά αντίθετες, σχετικά με το θέμα, αν πρέπει να δίνουμε όρκο ή όχι. Αναρωτιόμαστε ως πολίτες και ως χριστιανοί, ποια είναι τελικά εκκλησιαστικά, η θέση της Εκκλησίας και γιατί μας το λένε τώρα μερικοί Μητροπολίτες και γιατί δεν αναφέρθησαν στην Ιεραρχία εδώ και πολύ καιρό για να πάρει σχετική απόφαση. Η απάντηση δεν βρίσκεται στην ‘’δικαιολογία’’ ότι οι Μητροπολίτες είναι υποχρεωμένοι από τον νόμο να ορκίσουν οποιοδήποτε πολιτικό. Αυτή είναι μια πολύ επιφανειακή και πρόχειρη απάντηση. Είναι να αναρωτιέται κανείς τελικά τι λέει το Ευαγγέλιο για τον όρκο, από τις απόψεις τον μεν και το δε ποιμένων. Γιατί είδαμε πολιτικούς να ορκίζονται με Εκπρόσωπο της Εκκλησίας. Έπραξε σωστά ή όχι;
Από το Σύνταγμα της χώρας η ορκωμοσία έχει δύο επιλογές: την θρησκευτική και την πολιτική ορκωμοσία. Στην ελεύθερη επιλογή είναι στον κάθε πολίτη και μάλιστα του Πρωθυπουργού, να επιλέξει ένα από τα δύο. Αυτό δεν σημαίνει ότι η άλλη επιλογή είναι μια λανθασμένη πράξη ή περισσότερο να περιφρονείται.
Η υπόθεση της ορκωμοσίας του νέου πρωθυπουργού της χώρας, έδωσε το έναυσμα στον εκκλησιαστικό χώρο να τοποθετηθούν με θετικά ή αρνητικά σχόλια και άρθρα, μερικά από αυτά επικεντρώνονται από το «καλώς εποίησεν» μέχρι το «εμπαίζειν την εκκλησία», ή το άλλο «είναι ευθύς εξ αρχής καταδικασμένη σε αποτυχία». Αντίθετα από άλλους χώρους, π.χ. των Άθεων, θεωρήθηκε μια πρώτη κίνηση περιφρόνησης και περιθωριοποίησης της Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία, πράξη που συνιστά ένα πρώτο βήμα για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας. Ομίλησαν περί ‘’κρατικής Εκκλησίας’’ που πρέπει το Κράτος επιτέλους να εκοσμικευθεί.
Από τον εκκλησιαστικό χώρο όμως είδαμε απόψεις διαμετρικά αντίθετες, σχετικά με το θέμα, αν πρέπει να δίνουμε όρκο ή όχι. Αναρωτιόμαστε ως πολίτες και ως χριστιανοί, ποια είναι τελικά εκκλησιαστικά, η θέση της Εκκλησίας και γιατί μας το λένε τώρα μερικοί Μητροπολίτες και γιατί δεν αναφέρθησαν στην Ιεραρχία εδώ και πολύ καιρό για να πάρει σχετική απόφαση. Η απάντηση δεν βρίσκεται στην ‘’δικαιολογία’’ ότι οι Μητροπολίτες είναι υποχρεωμένοι από τον νόμο να ορκίσουν οποιοδήποτε πολιτικό. Αυτή είναι μια πολύ επιφανειακή και πρόχειρη απάντηση. Είναι να αναρωτιέται κανείς τελικά τι λέει το Ευαγγέλιο για τον όρκο, από τις απόψεις τον μεν και το δε ποιμένων. Γιατί είδαμε πολιτικούς να ορκίζονται με Εκπρόσωπο της Εκκλησίας. Έπραξε σωστά ή όχι;