Tου Ιωάννη Λότσιου‘
’Ἐν φωναῖς ἀλαλάξωμεν, ἐν ᾠδαῖς μεγαλύνωμεν, τὸν Σταυρὸν τὸν τίμιον ἀσπαζόμενοι’’
Προσκυνώντας τον Σταυρό[1], ομολογούμε ότι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, αναμάρτητος όντας, πήρε επάνω του τις δικές μας αμαρτίες, απέθανε πάνω στον Σταυρό για να πληρώσει με το αίμα του τα λύτρα, τίμημα, για την απελευθέρωση του ανθρώπου από την αιχμαλωσία των σκοτεινών δυνάμεων του Κακού, στα χέρια του οποίου κρατείτο δέσμιος και υπόδουλος[2]. Δεν ταυτίζεται με την σημασία ενός παγανιστικού συμβόλου[3]. Προσκυνώντας τον Σταυρό, ομολογούμε ότι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, αναστήθηκε από τους νεκρούς, ότι νίκησε τον θάνατο, νίκησε τον Δαιμόνιο Άρχοντα. Έδωσε και πάλι στον άνθρωπο την βεβαία ελπίδα ότι θα αναστηθεί μαζί με τον Χριστό, θα νικήσει μέσα του το κακό και τα πάθη, θα συμφιλιωθεί με τον Θεό, θα ξεφύγει από τα δίχτυα του Διαβόλου. Όπως ακριβώς συνέβη με τον Χριστό, έτσι και με τον χριστιανό, δεν υπάρχει ανάσταση και καινούργια ζωή χωρίς τον σταυρό και τον θάνατο. Συσταυρούται με τον Χριστό για να νεκρώσει μέσα του, με τη δύναμη του Σταυρού, τη δύναμη του κακού, και να γίνει καινούργιος άνθρωπος[4].
Άλλη οδός δεν υπάρχει, μας διαβεβαιώνει ο ίδιος ο Χριστός, του οποίου σήμερα προσκυνούμε τον Σταυρό και δοξάζουμε την ένδοξη Ανάσταση Του: "Όστις ου βαστάζει τον σταυρόν εαυτού και έρχεται οπίσω μου, ου δύναται είναι μου μαθητής"[5]. «Όποιος» θέλει, και «αν» θέλει, που σημαίνει τον απόλυτο σεβασμό του Θεού στην ελευθερία του ανθρώπου. Ο Θεός μας έπλασε ελεύθερους, κινούμενος αποκλειστικά και μόνο από άπειρη αγάπη με απόλυτα ελεύθερη θεϊκή βούληση, αλλά δεν θα μας σώσει χωρίς τη θέληση μας.
Όποιος λοιπόν από μάς θέλει να ακολουθήσει τον Χριστό, πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του, όπως ο ίδιος ο Χριστός απαρνήθηκε τον εαυτό του. Όντας Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού και αιώνιος, σαρκώθηκε και «εκένωσεν εαυτόν», δεν απαρνήθηκε βέβαια τη θεότητα του, αλλά έλαβε την ανθρώπινη φύση μας, έγινε όμοιος μας, χωρίς βέβαια την αμαρτία, σήκωσε επάνω του τις δικές μας αμαρτίες, και υποβλήθηκε σε κάθε είδους ταπεινώσεις και εξευτελισμούς, έγινε θύμα στα χέρια των παρανόμων.
Έτσι απέναντι στην τακτική του ευδαιμονισμού και των συμβιβασμών για τους χριστιανούς που συνεχίζουν την περίοδο, ειδικότερα της Μ. Τεσσαρακοστής, παρατάσσεται[6] ο Τίμιος Σταυρός προς υποστηριγμόν και ανάμνησιν του πάθους του Κυρίου, αναφέρεται στην Λιτήν «κροτήσωμεν σήμερον ασματικήν πανήγυριν, καί φαιδρώ τώ προσώπω, καί τή γλώττη τρανώς βοήσωμεν, ο δι' ημάς Χριστέ, κρίσιν καταδεξάμενος, καί εμπτυσμούς καί μάστιγας, καί τό κόκκινον περιβαλόμενος, καί εν Σταυρώ ανελθών».
Η σύγκρισης[7] των δεσποτικών παθημάτων και της υπόμνησης του σταυρικού θανάτου του προσφέρουν στους αγωνιστές, ο Τίμιος Σταυρός προσφέρεται ως δύναμη, στην αναψυχήν και την ελάφρυνσιν των κόπων της νηστείας. Η ανάβαση του Κυρίου στον Σταυρό δοξάσθηκε δια του εξευτελισμού και υπέστη πικρίες, πράγμα που αποτελεί τρόπος μίμησης και των χριστιανών.
Η πικρία έχει τέσσερις σημασίες, την υπόμνηση της πράξεως του Αδάμ που γεύθηκε πικρώς του ξύλου του παραδείσου με συνέπειες «Ξύλου γευσάμενος ο πρώτος εν βροτοίς, φθορά παρώκησε, ρίψιν γάρ ζωής ατιμοτάτην κατακριθείς, όλω τώ γένει σωματοφθορος τις, ως λύμη τής νόσου μετέδωκεν»,και την ενθύμιση της πράξεως (θαυματουργίας, από πικρό εις γλυκό νερό) του Μωυσή «Πικρογόνους μετέβαλε, ξύλω Μωϋσης πηγάς εν ερήμω πάλαι, τώ Σταυρώ πρός τήν ευσέβειαν, τών εθνών προφαίνων τήν μετάθεσιν»[8].
Μια δεύτερη σημασία έχει να κάνει με την πορεία στον βίο των χριστιανών που με την κούραση ζητούν ένα δέντρο για να αναπαυθούν. Έτσι και ο Τίμιος Σταυρός είναι η ανάπαυση από την μακρινή οδοιπορία και προσφέρει νέες δυνάμεις για την συνέχιση του αγώνος.
Μια τρίτη σημασία αναφέρεται όταν βασιλεύς πορεύεται σε μια πόλη ή τόπο και προπορεύονται τα σκήπτρα και οι σημαίες και μετά μπαίνει ο Βασιλέυς νικητής και θριαμβευτής, έτσι και ο Χριστός, επειδή θα μας δείξει σε λίγο την νίκη εναντίον του θανάτου και θα παραστεί δοξασμένο και αναστημένος, για αυτό η Εκκλησία μας δείχνει το σκήπτρο και την Βασιλική σημαία, τον ζωοποιό Σταυρό. Ο Τίμιος Σταυρός ως σκήπτρο και βασιλική σημαία μας γεμίζει χαρά και αναψυχή και μας προετοιμάζει να υποδεχθούμε τον Βασιλέα. Ο Τίμιος Σταυρός είναι ο Θρόνος του Δεσπότου, είναι το μέσω εκείνο, όπως αναφέρει ο Ιερός Χρυσόστομος που ο Θεός έρχεται σε επικοινωνία με τον άνθρωπο. Είναι πράγματι μεγάλο τίμημα, αναφέρει ο ιερός πατήρ, να πεθαίνει ένας Βασιλεύς για τους υπηκόους του.
Στο μέσω της αγίας Τεσσαρακοστής παρουσιάζεται το Τίμιον Ξύλον, επειδή η αγία Τεσσαρακοστή ομοιάζει με την πικράν πηγήν της Μεράς, δια την συντριβή του σώματος και δια την πικρίαν και ακηδίαν, η οποία προέρχεται από την νηστεία.
Καθώς λοιπόν μέσα εις εκείνην ο Προφήτης Μωυσής έβαλε το ξύλον, το οποίον του έδειξε ο Θεός και την γλύκανε, έτσι και ο Θεός, ο οποίος διεπέρασε και εμάς από την νοητή Ερυθρά και τον νοητό Φαραώ με το ζωοποιό ξύλον του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, γλυκαίνει την από της νηστείας πικρίαν και μας παρηγορεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μας φέρει εγγύς στην Άνω Ιερουσαλήμ.
Τέλος μια τέταρτη σημασία αναφέρεται και υπομνηματίζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας για τον Τίμιο Σταυρό ως ζωοποιό ξύλο. Όπως στο μέσο του παραδείσου υπήρχε το ξύλο της ζωής, έτσι και εις το μέσο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής το κατά αληθείας ξύλον, όπως το ονομάζουν οι Πατέρες, μας υπενθυμίζει την λαιμαργία του Αδάμ και την λύτρωση από το Ξύλο του Σταυρού του Χριστού. Επειδή το ξύλο αυτό είναι ζωοποιό, χαρίζει ζωή, προσκυνώντας όχι μόνον δεν αποθνήσκομεν, αλλά ζωοποιούμεθα».
Προσκυνώντας τον Σταυρό[1], ομολογούμε ότι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, αναμάρτητος όντας, πήρε επάνω του τις δικές μας αμαρτίες, απέθανε πάνω στον Σταυρό για να πληρώσει με το αίμα του τα λύτρα, τίμημα, για την απελευθέρωση του ανθρώπου από την αιχμαλωσία των σκοτεινών δυνάμεων του Κακού, στα χέρια του οποίου κρατείτο δέσμιος και υπόδουλος[2]. Δεν ταυτίζεται με την σημασία ενός παγανιστικού συμβόλου[3]. Προσκυνώντας τον Σταυρό, ομολογούμε ότι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, αναστήθηκε από τους νεκρούς, ότι νίκησε τον θάνατο, νίκησε τον Δαιμόνιο Άρχοντα. Έδωσε και πάλι στον άνθρωπο την βεβαία ελπίδα ότι θα αναστηθεί μαζί με τον Χριστό, θα νικήσει μέσα του το κακό και τα πάθη, θα συμφιλιωθεί με τον Θεό, θα ξεφύγει από τα δίχτυα του Διαβόλου. Όπως ακριβώς συνέβη με τον Χριστό, έτσι και με τον χριστιανό, δεν υπάρχει ανάσταση και καινούργια ζωή χωρίς τον σταυρό και τον θάνατο. Συσταυρούται με τον Χριστό για να νεκρώσει μέσα του, με τη δύναμη του Σταυρού, τη δύναμη του κακού, και να γίνει καινούργιος άνθρωπος[4].
Άλλη οδός δεν υπάρχει, μας διαβεβαιώνει ο ίδιος ο Χριστός, του οποίου σήμερα προσκυνούμε τον Σταυρό και δοξάζουμε την ένδοξη Ανάσταση Του: "Όστις ου βαστάζει τον σταυρόν εαυτού και έρχεται οπίσω μου, ου δύναται είναι μου μαθητής"[5]. «Όποιος» θέλει, και «αν» θέλει, που σημαίνει τον απόλυτο σεβασμό του Θεού στην ελευθερία του ανθρώπου. Ο Θεός μας έπλασε ελεύθερους, κινούμενος αποκλειστικά και μόνο από άπειρη αγάπη με απόλυτα ελεύθερη θεϊκή βούληση, αλλά δεν θα μας σώσει χωρίς τη θέληση μας.
Όποιος λοιπόν από μάς θέλει να ακολουθήσει τον Χριστό, πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του, όπως ο ίδιος ο Χριστός απαρνήθηκε τον εαυτό του. Όντας Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού και αιώνιος, σαρκώθηκε και «εκένωσεν εαυτόν», δεν απαρνήθηκε βέβαια τη θεότητα του, αλλά έλαβε την ανθρώπινη φύση μας, έγινε όμοιος μας, χωρίς βέβαια την αμαρτία, σήκωσε επάνω του τις δικές μας αμαρτίες, και υποβλήθηκε σε κάθε είδους ταπεινώσεις και εξευτελισμούς, έγινε θύμα στα χέρια των παρανόμων.
Έτσι απέναντι στην τακτική του ευδαιμονισμού και των συμβιβασμών για τους χριστιανούς που συνεχίζουν την περίοδο, ειδικότερα της Μ. Τεσσαρακοστής, παρατάσσεται[6] ο Τίμιος Σταυρός προς υποστηριγμόν και ανάμνησιν του πάθους του Κυρίου, αναφέρεται στην Λιτήν «κροτήσωμεν σήμερον ασματικήν πανήγυριν, καί φαιδρώ τώ προσώπω, καί τή γλώττη τρανώς βοήσωμεν, ο δι' ημάς Χριστέ, κρίσιν καταδεξάμενος, καί εμπτυσμούς καί μάστιγας, καί τό κόκκινον περιβαλόμενος, καί εν Σταυρώ ανελθών».
Η σύγκρισης[7] των δεσποτικών παθημάτων και της υπόμνησης του σταυρικού θανάτου του προσφέρουν στους αγωνιστές, ο Τίμιος Σταυρός προσφέρεται ως δύναμη, στην αναψυχήν και την ελάφρυνσιν των κόπων της νηστείας. Η ανάβαση του Κυρίου στον Σταυρό δοξάσθηκε δια του εξευτελισμού και υπέστη πικρίες, πράγμα που αποτελεί τρόπος μίμησης και των χριστιανών.
Η πικρία έχει τέσσερις σημασίες, την υπόμνηση της πράξεως του Αδάμ που γεύθηκε πικρώς του ξύλου του παραδείσου με συνέπειες «Ξύλου γευσάμενος ο πρώτος εν βροτοίς, φθορά παρώκησε, ρίψιν γάρ ζωής ατιμοτάτην κατακριθείς, όλω τώ γένει σωματοφθορος τις, ως λύμη τής νόσου μετέδωκεν»,και την ενθύμιση της πράξεως (θαυματουργίας, από πικρό εις γλυκό νερό) του Μωυσή «Πικρογόνους μετέβαλε, ξύλω Μωϋσης πηγάς εν ερήμω πάλαι, τώ Σταυρώ πρός τήν ευσέβειαν, τών εθνών προφαίνων τήν μετάθεσιν»[8].
Μια δεύτερη σημασία έχει να κάνει με την πορεία στον βίο των χριστιανών που με την κούραση ζητούν ένα δέντρο για να αναπαυθούν. Έτσι και ο Τίμιος Σταυρός είναι η ανάπαυση από την μακρινή οδοιπορία και προσφέρει νέες δυνάμεις για την συνέχιση του αγώνος.
Μια τρίτη σημασία αναφέρεται όταν βασιλεύς πορεύεται σε μια πόλη ή τόπο και προπορεύονται τα σκήπτρα και οι σημαίες και μετά μπαίνει ο Βασιλέυς νικητής και θριαμβευτής, έτσι και ο Χριστός, επειδή θα μας δείξει σε λίγο την νίκη εναντίον του θανάτου και θα παραστεί δοξασμένο και αναστημένος, για αυτό η Εκκλησία μας δείχνει το σκήπτρο και την Βασιλική σημαία, τον ζωοποιό Σταυρό. Ο Τίμιος Σταυρός ως σκήπτρο και βασιλική σημαία μας γεμίζει χαρά και αναψυχή και μας προετοιμάζει να υποδεχθούμε τον Βασιλέα. Ο Τίμιος Σταυρός είναι ο Θρόνος του Δεσπότου, είναι το μέσω εκείνο, όπως αναφέρει ο Ιερός Χρυσόστομος που ο Θεός έρχεται σε επικοινωνία με τον άνθρωπο. Είναι πράγματι μεγάλο τίμημα, αναφέρει ο ιερός πατήρ, να πεθαίνει ένας Βασιλεύς για τους υπηκόους του.
Στο μέσω της αγίας Τεσσαρακοστής παρουσιάζεται το Τίμιον Ξύλον, επειδή η αγία Τεσσαρακοστή ομοιάζει με την πικράν πηγήν της Μεράς, δια την συντριβή του σώματος και δια την πικρίαν και ακηδίαν, η οποία προέρχεται από την νηστεία.
Καθώς λοιπόν μέσα εις εκείνην ο Προφήτης Μωυσής έβαλε το ξύλον, το οποίον του έδειξε ο Θεός και την γλύκανε, έτσι και ο Θεός, ο οποίος διεπέρασε και εμάς από την νοητή Ερυθρά και τον νοητό Φαραώ με το ζωοποιό ξύλον του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, γλυκαίνει την από της νηστείας πικρίαν και μας παρηγορεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μας φέρει εγγύς στην Άνω Ιερουσαλήμ.
Τέλος μια τέταρτη σημασία αναφέρεται και υπομνηματίζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας για τον Τίμιο Σταυρό ως ζωοποιό ξύλο. Όπως στο μέσο του παραδείσου υπήρχε το ξύλο της ζωής, έτσι και εις το μέσο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής το κατά αληθείας ξύλον, όπως το ονομάζουν οι Πατέρες, μας υπενθυμίζει την λαιμαργία του Αδάμ και την λύτρωση από το Ξύλο του Σταυρού του Χριστού. Επειδή το ξύλο αυτό είναι ζωοποιό, χαρίζει ζωή, προσκυνώντας όχι μόνον δεν αποθνήσκομεν, αλλά ζωοποιούμεθα».
[1]«κεκατηραμένος υπό Θεού πας κρεμάμενος επι ξύλου» (Δευτ. 21, 22-23), και το υπενθυμίζει και ο Απόστολος Παύλος: «επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου» (Γαλ. 3,13). «Νυνί δε εν Χριστώ Ιησού, υμείς οι ποτέ όντες μακράν, εγγύς εγεννήθητε έν τω αίματι του Χριστού. Αυτός γάρ έστιν ή ειρήνη ημών, ό ποιήσας τά αμφότερα έν καί τό μεσότοιχον του φραγμού λύσας, την έχθραν έν τή σαρκί αύτοΰ τόν νόμον τών εντολών έν δόγμασι καταργήσας, ίνα τους δύο κτίση έν έαυτώ εις ένα καινόν άνθρωπον ποιών είρήνην, καί αποκαταλλάξη τους αμφότερους έν ενί σώματι τω θεώ διά του Σταυρού, αποκτείνας την έχθραν έν αύτώ», Εφ. 2,13-16. Γ. ΦΛΟΡΟΦΣΚΙ, Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, 2η έκδ., Άρτος Ζωής, Αθήνα 1989, σ. 63. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Χριστιανισμός αποδέχεται τον σταυρό του Χριστού ως όργανο καταδίκης ή κατάρας: «άρα κατήργηται το σκάνδαλον του σταυρού» (Γαλ. 5,11) , και «κρεμασθείς επί ξύλου» (Πράξ. 5:30). Γ. ΓΡΑΤΣΕΑΣ , "Σταυρός", στη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, εκδ. Μαρτίνου, Αθήναι 1964, τόμ. 11, σ. 451-452. Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, Πάπυρος, 2005. βλ. Theological dictionary of the New Testament, Vol. 7, σ. 577, λήμμα: Σταυρός/Σταυρός in the New Testament/IV. The Later Use of the Word , The Ante-Nicene Fathers Vol. Ι,ΙΙ,ΙΙΙ,IV: Translations of the writings of the Fathers down to A.D. 325. The Anchor Bible Dictionary, Doubleday, 1996, λήμμα: crucifixion, Τόμος 1, σ. 1207. ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ, Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις, 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σ. 111-112 . Ι. Καρμίρης, Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σ. 239. Πρβλ. Γ. Φλορόφσκι, ‘‘Ο Σταυρικός θάνατος’’, στο Ανατομία Προβλημάτων Πίστεως, μετφρ. Αρχιμ. Μελετίου Καλαμαρά, εκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη, 1977, σ. 52-99. Πρβλ. GERNARDUS Q. PEIJNES, The Terminology of the Holy Cross in early Christian Literature, Craecital Christiana Primavera, Nijmegen 1965.
[2]Α' Κορ. 23 Χ. ΒΟΥΛΓΑΡΗ, ‘‘Το απολυτρωτικόν έργον του Ιησού Χριστού’’, στο Η Ενότης της Αποστολικής Εκκλησίας, Πατριαρχικόν ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Ανάλεκτα Βλατάδων 19, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 153-175.
[3] Βλ.Theological Dictionary of the New Testament, edited by Gerhard Kittel, Geoffrey William Bromiley and Gerhard Friedrich, Eerdmans, 1964-c1976, τόμ. 4, σ. 794. Πρβλ. π. Δ. ΒΑΚΑΡΟΥ, ‘‘Η διδασκαλία περί της θυσίας του Χριστού στις εορταστικές επιστολές του Μ. Αθανασίου’’, στο Γρηγόριος ο Παλαμάς, 765 (1996), σ. 1013-1036. P. IRMGARD, ‘‘The Paschal Mystery in its central meaning for the share of Chirsttian an liturgui’’, στο Studia Liturgia, 26 (1996), σ. 16-38.
[4] ΠΑΥΛΟΥ, ΑΘΑΝΑΤΟΥ, Επισκ., ‘‘Το Τριώδιον. Κεφάλαια νηπτικά’’, στο Γρηγόριος ο Παλαμάς, 765 (1996), σ. 801-903.
[5] Λκ. 14,27. Βλέπε και «Ος ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, ουκ εστί μου άξιος» (Μτ. 10,38), και «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και άράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μτ. 16,24, Μκ. 8,34, Λκ. 8,23).
[6] Ι. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Τελετουργικά Θέματα, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2002, σ. 25-48. Μέγας και Ιερός Συνέκδημος Ορθοδόξου Χριστιανού, έκδ. ΙΓ', Παπαδημητρίου, Αθήνα 2001, σ. 500. Κ. ΚΑΡΑΪΣΑΡΙΔΗ, Πρωτ/ρου, ‘‘Οι Εορτές του Τιμίου Σταυρού’’, στο Αναβαθμοί Λειτουργικής Ζωής, εκδ. Άθως Αθήνα 2008, σ. 303-323.
[7] Στην Κυριακής της Σταυροπροσκύνησης, δεν παραθεωρείται το γεγονός της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού εν σχέση με τους πιστούς, κάτι που το βλέπουμε στον Οίκο του όρθρου της ημέρας, «τρείς σταυρούς επήξατο εν Γολγοθά ο Πιλάτος, δύω τοίς ληστεύσασι, καί ένα τού Ζωοδότου, όν είδεν ο Άδης, καί είπε τοίς κάτω, Ω λειτουργοί μου καί δυνάμεις μου τίς ο εμπήξας ήλον τή καρδία μου, ξυλίνη με λόγχη εκέντησεν άφνω καί διαρρήσομαι, τά ένδον μου πονώ, τήν κοιλίαν μου αλγώ, τά αισθητήριά μου, μαιμάσσει τό πνεύμά μου, καί αναγκάζομαι εξερεύξασθαι τόν Αδάμ καί τούς εξ Αδάμ, ξύλω δοθέντας μοι, ξύλον γάρ τούτους εισάγει πάλιν εις τόν Παράδεισον», Τριώδιον, έκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εν Αθήναις 1960, σ. 213.
[8] Τριώδιον, , έκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εν Αθήναις 1960, σ. 214. Κ. ΚΑΡΑΪΣΑΡΙΔΗ, Πρωτ/ρου, ‘‘Οι Εορτές του Τιμίου Σταυρού’’, στο Αναβαθμοί Λειτουργικής Ζωής, εκδ. Άθως Αθήνα 2008, σ. 322-323.
[2]Α' Κορ. 23 Χ. ΒΟΥΛΓΑΡΗ, ‘‘Το απολυτρωτικόν έργον του Ιησού Χριστού’’, στο Η Ενότης της Αποστολικής Εκκλησίας, Πατριαρχικόν ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Ανάλεκτα Βλατάδων 19, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 153-175.
[3] Βλ.Theological Dictionary of the New Testament, edited by Gerhard Kittel, Geoffrey William Bromiley and Gerhard Friedrich, Eerdmans, 1964-c1976, τόμ. 4, σ. 794. Πρβλ. π. Δ. ΒΑΚΑΡΟΥ, ‘‘Η διδασκαλία περί της θυσίας του Χριστού στις εορταστικές επιστολές του Μ. Αθανασίου’’, στο Γρηγόριος ο Παλαμάς, 765 (1996), σ. 1013-1036. P. IRMGARD, ‘‘The Paschal Mystery in its central meaning for the share of Chirsttian an liturgui’’, στο Studia Liturgia, 26 (1996), σ. 16-38.
[4] ΠΑΥΛΟΥ, ΑΘΑΝΑΤΟΥ, Επισκ., ‘‘Το Τριώδιον. Κεφάλαια νηπτικά’’, στο Γρηγόριος ο Παλαμάς, 765 (1996), σ. 801-903.
[5] Λκ. 14,27. Βλέπε και «Ος ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, ουκ εστί μου άξιος» (Μτ. 10,38), και «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και άράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μτ. 16,24, Μκ. 8,34, Λκ. 8,23).
[6] Ι. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Τελετουργικά Θέματα, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 2002, σ. 25-48. Μέγας και Ιερός Συνέκδημος Ορθοδόξου Χριστιανού, έκδ. ΙΓ', Παπαδημητρίου, Αθήνα 2001, σ. 500. Κ. ΚΑΡΑΪΣΑΡΙΔΗ, Πρωτ/ρου, ‘‘Οι Εορτές του Τιμίου Σταυρού’’, στο Αναβαθμοί Λειτουργικής Ζωής, εκδ. Άθως Αθήνα 2008, σ. 303-323.
[7] Στην Κυριακής της Σταυροπροσκύνησης, δεν παραθεωρείται το γεγονός της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού εν σχέση με τους πιστούς, κάτι που το βλέπουμε στον Οίκο του όρθρου της ημέρας, «τρείς σταυρούς επήξατο εν Γολγοθά ο Πιλάτος, δύω τοίς ληστεύσασι, καί ένα τού Ζωοδότου, όν είδεν ο Άδης, καί είπε τοίς κάτω, Ω λειτουργοί μου καί δυνάμεις μου τίς ο εμπήξας ήλον τή καρδία μου, ξυλίνη με λόγχη εκέντησεν άφνω καί διαρρήσομαι, τά ένδον μου πονώ, τήν κοιλίαν μου αλγώ, τά αισθητήριά μου, μαιμάσσει τό πνεύμά μου, καί αναγκάζομαι εξερεύξασθαι τόν Αδάμ καί τούς εξ Αδάμ, ξύλω δοθέντας μοι, ξύλον γάρ τούτους εισάγει πάλιν εις τόν Παράδεισον», Τριώδιον, έκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εν Αθήναις 1960, σ. 213.
[8] Τριώδιον, , έκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εν Αθήναις 1960, σ. 214. Κ. ΚΑΡΑΪΣΑΡΙΔΗ, Πρωτ/ρου, ‘‘Οι Εορτές του Τιμίου Σταυρού’’, στο Αναβαθμοί Λειτουργικής Ζωής, εκδ. Άθως Αθήνα 2008, σ. 322-323.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
1) Ενδέχεται το περιεχόμενο του άρθρου να μη συμπίπτει με τις απόψεις και θέσεις του Ιστολογίου.
2) Να μην χρησιμοποιείτε greeklish για τον καλύτερη κατανόηση των σχολίων σας.
3) Να τσεκάρετε το πλαίσιο "Να λαμβάνω ειδοποιήσεις" που βρίσκεται κάτω από το μήνυμα σας, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, ώστε να ειδοποιείστε για τα επόμενα σχόλια αυτής της ανάρτησης, μέσω της ηλεκτρονικής σας διεύθυνσης.
4)Τα σχόλια ελέγχονται από τον Διαχειριστή.
5) Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: Johhlotsios@gmail.com.