(+) Πρωτ. Μαρίνου Γεωργακοπούλου
Εἶναι
ἀλήθεια ὅτι ὅπου ὑπάρχει πνευματικὴ ὠφέλεια, ἐκεῖ πολλὲς φορὲς
ἐπικρατεῖ συσκότιση καὶ κυκλοφοροῦν διαφορετικὲς ἐξηγήσεις καὶ
ἀντιλήψεις οἱ ὁποῖες δυσκολεύουν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἐπωφεληθοῦν ὅσο
πρέπει καὶ ταιριάζει τὶς ἁγιαστικὲς πράξεις τῆς Ἐκκλησίας μας. Γι᾿ αὐτὸ
θεωροῦμε σκόπιμο ἀπὸ τὶς στῆλες τοῦ μικροῦ αὐτοῦ ἐνοριακοῦ ἐντύπου νὰ
δοῦμε μὲ συντομία τὴν περίπτωση τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, ὅπως μᾶς τὴν
διασώζει ἡ γραπτὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.
Καὶ πρῶτα - πρῶτα· Τί εἶναι ὁ Ἁγιασμός;Γράφει
ὁ καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κ. Εὐάγγελος Θεοδώρου στὸ
περιοδικὸ «Ἐφημέριος» τοῦ ἔτους 1965, σελ. 10 κ.ἑ.· «Ἁγιασμὸς τῶν ὑδάτων
εἶναι ἡ τελετουργικὴ πρᾶξις, διὰ τῆς ὁποίας ὕδωρ καθαγιάζεται δι᾿
ὡρισμένων εὐχῶν καὶ ἐπικλήσεως τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς
καὶ διὰ σταυροειδοῦς εὐλογίας καὶ ἐμβαπτίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἡ
τελετὴ αὕτη λέγεται «Ἁγιασμὸς» ἀκριβῶς διότι διὰ τοῦ ηὐλογημένου ὕδατος
καὶ «τῆς τούτου μεταλήψεώς τε και ῥαντισμοῦ» πιστεύομεν, ὅτι ἁγιαζόμεθα
καὶ καθαριζόμεθα τῶν ἁμαρτιῶν. Διὰ τοῦτο «δεόμεθα τοῦ Θεοῦ», ὅπως τὸ
ἀγιαζόμενον ὕδωρ γένηται ἰαματικὸν ψυχῶν καὶ σωμάτων καὶ πάσης
ἀντικειμένης δυνάμεως ἀποτρεπτικόν.»
Ἡ χρησιμοποίηση ἁγιασμένου νεροῦ συναντᾶται σὲ πολὺ παλαιοὺς χρόνους τῆς ζωῆς τῶν χριστιανῶν.
Ἀπὸ
ἀρχαίους ἐκκλησιαστικοὺς ἱστορικούς, ὅπως εἶναι ὁ Ἐπιφάνιος, ὁ
Θεοδώρητος κ.ἄ., ἀναφέρονται θαύματα ποὺ ἔγιναν μὲ τὸ ῥαντισμὸ
ἁγιασμένου νεροῦ, ποὺ ἁγιάστηκε μόνο μὲ τὴ σφράγιση διὰ τοῦ τύπου τοῦ
Σταυροῦ καὶ τῆς ἐπίκλησης τοῦ Ἁγ. Πνεύματος.
Ὁ
καθηγητὴς Παν. Τρεμπέλας, στὸν Α´ τόμο τῆς Θρησκευτικῆς καὶ
Χριστιανικῆς Ἐγκυκλοπαίδειας (Ἀθῆναι 1936, σελ. 136) γράφει σχετικῶς· «Ἡ
χρῆσις ὕδατος ἐπὶ σκοποῦ ἰάσεως ἀσθενῶν ἢ καθαγιασμοῦ τόπων βεβηλωμένων
διὰ τῆς ἐν αὐτοῖς ἀνεγέρσεως εἰδωλείων ἢ βωμῶν εἰδωλολατρικῶν, τοῦ
ὁποίου ὅμως ὁ ἁγιασμὸς ἐγίνετο οὐχὶ δι᾿ ἰδιαιτέρας τινὸς ἀκολουθίας,
ἀλλὰ μόνον διὰ τῆς ἁπλῆς σφραγίσεως αὐτοῦ διὰ τοῦ τύπου τοῦ Σταυροῦ,
ἀνάγεται εἰς χρόνους παλαιοτάτους».
Ἔτσι
παρατηροῦμε ὅτι τὸ ἁγιασμένο νερὸ χρησιμοποιήθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία σὲ
πολὺ παλαιοὺς χρόνους καὶ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου διαμορφώθηκαν οἱ
ἰδιαίτερες ἀκολουθίες ποὺ ἔχουμε μέχρι σήμερα.
Οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ «καθαγιάζουν τὰ ὕδατα» εἶναι τρεῖς· Τὸ Βάπτισμα, ὁ Μεγάλος Ἁγιασμὸς καὶ ὁ Μικρός.
Μαρτυρία
γιὰ τὸ Μεγάλο Ἁγιασμὸ μᾶς δίνει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ποὺ σὲ
μιὰ ὁμιλία του, ποὺ ἔκανε στὸ ἅγιο Βάπτισμα τοῦ Κυρίου, κάνει λόγο καὶ
γιὰ τοὺς πιστοὺς τῆς ἐποχῆς του, ποὺ εἶχαν τὴ συνήθεια νὰ κρατοῦν καὶ νὰ
φυλάγουν τὸ Μεγάλο Ἁγιασμὸ στὰ σπίτια τους. Ὁ καθηγητὴς τοῦ
Πανεπιστημίου κ. Ἰωάννης Φουντούλης γράφει σχετικὰ στὴν ὑπ᾿ ἀριθμ. 79
ἀπάντησή του στὸ βιβλίο του (Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς ἀπορίας, σελ.
142-143)· «Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὸ λόγο του ὁμιλεῖ γιὰ τὴ συνήθεια τῶν
πιστῶν νὰ ἀντλοῦν ἀπὸ τὸ ἁγιαζόμενο κατὰ τὴν ἑορτὴ αὐτὴ νερὸ καὶ νὰ τὸ
διατηροῦν στὰ σπίτια των καθ᾿ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους καὶ ἐπὶ δύο καὶ
τρία ἀκόμη ἔτη. Ἀσφαλῶς σκοπός τους ἦταν νὰ πίνουν ἀπὸ αὐτὸ ἢ νὰ
χρίωνται καὶ νὰ ἁγιάζωνται ἂν κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους εὑρίσκοντο σὲ
ψυχικὴ ἢ σὲ σωματικὴ ἀνάγκη». Ἡ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ ἐκτὸς ἀπὸ
τὰ εἰρηνικά της, ποὺ περιέχουν σχετικὲς αἰτήσεις μὲ τὴ θεραπεία τῶν
ψυχικῶν καὶ τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν τῶν πιστῶν ὅπως εἶναι· «Ὑπὲρ τοῦ
γενέσθαι τὸ ὕδωρ τοῦτο... εἰς ἴασιν ψυχῆς καὶ σώματος... καὶ ὑπὲρ τοῦ
γενέσθαι αὐτὸ πρὸς καθαρισμὸν ψυχῶν καὶ σωμάτων...», ἀναφέρεται καὶ στὴ
διατήρησή του ὡς ἰατρεῖον παθῶν· «Αὐτός, οὖν, φιλάνθρωπε βασιλεῦ, πάρεσο
καὶ νῦν διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος, καὶ ἁγίασον τὸ
ὕδωρ τοῦτο καὶ δὸς αὐτῷ τὴν χάριν τῆς ἀπολυτρώσεως, τὴν εὐλογίαν τοῦ
Ἰορδάνου. Ποίησον αὐτὸ ἀφθαρσίας πηγήν, ἁγιασμοῦ δῶρον, ἁμαρτημάτων
λυτήριον, νοσημάτων ἀλεξιτήριον, δαίμοσιν ὀλέθριον, ταῖς ἐναντίαις
δυνάμεσιν ἀπρόσιτον, ἀγγελικῆς ἰσχύος πεπληρωμένον. Ἵνα πάντες οἱ
ἀρυόμενοι καὶ μεταλαμβάνοντες ‘‘ἔχοιεν αὐτὸ πρὸς καθαρισμὸν ψυχῶν τε καὶ
σωμάτων’’ πρὸς ἰατρείαν παθῶν, πρὸς ἁγιασμὸν οἴκων, πρὸς πᾶσαν
ὠφέλειαν, ἐπιτήδειον...».
Ἡ
ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ τῶν Θεοφανίων ἐπεκράτησε σχεδὸν ἀπὸ τὸν
Ε´ αἰῶνα νὰ γίνεται δύο φορές. Τὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς μετὰ τὸ τέλος τῆς
Θείας Λειτουργίας τοῦ μεγάλου Βασιλείου καὶ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς μετὰ
τὴν ἀπόλυση τοῦ ὄρθρου, σύμφωνα μὲ τὰ μυστηριακὰ τυπικὰ ἢ μετὰ τὸ τέλος
τῆς Θείας Λειτουργίας κατὰ τὴν ἐνοριακὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας σήμερα.
Ἀρχικὰ
ὁ Μεγάλος Ἁγιασμὸς γινόταν σὲ ἀνάμνηση τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Κυρίου στὴ
διάρκεια τῆς μεγάλης παννυχίδας (ὁλονυκτίας) τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανίων.
Μετὰ ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου ἐτελεῖτο ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ καὶ
οἱ πιστοὶ «ἀντλοῦσαν» ἁγιασμένο νερό, ἔπιναν καὶ «ἐῤῥαντίζοντο» καὶ
ἔπειτα, σ᾿ αὐτὸ τὸ νερό, τὸ ἁγιασμένο μὲ τὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας,
ἐβαπτίζοντο οἱ κατηχούμενοι. Στὴ λειτουργία ποὺ ἀκολουθοῦσε στὴ
συνέχεια, ἦσαν καὶ οἱ νεοφώτιστοι, ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ ἔπαιρναν μέρος,
γι᾿ αὐτὸ καὶ μέχρι σήμερα ψάλλεται σ᾿ αὐτὴ ἀντὶ τοῦ τρισαγίου ὕμνου, τὸ
«Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε...».
Στὴν
οὐσία, ὁ Μεγάλος Ἁγιασμὸς ξεκίνησε ἀπὸ τὸ εὐλογημένο νερὸ τοῦ ἱεροῦ
Βαπτίσματος. Καὶ αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ ἀπὸ τὴ σύγκριση καὶ ὁμοιότητα ποὺ
παρουσιάζουν οἱ δύο ἀκολουθίες, τοῦ Βαπτίσματος καὶ τοῦ Μεγάλου
Ἁγιασμοῦ, μέχρι σήμερα.
Ὁ
ἱερὸς Αὐγουστῖνος σημειώνει ὅτι στὶς ἡμέρες του, γονεῖς ἔφερναν τὰ
παιδιά τους νὰ τὰ βαπτίσουν ὄχι γιὰ νὰ λάβουν τὰ πνευματικὰ χαρίσματα
τοῦ ἁγιασμένου νεροῦ τοῦ Βαπτίσματος, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπωφεληθοῦν ἀπὸ τὶς
«ἰαματικὲς ἰδιότητες» ποὺ εἶχε τὸ εὐλογημένο νερὸ καὶ νὰ γίνουν καλὰ ἀπὸ
τὶς διάφορες σωματικές τους ἀσθένειες. Σὲ μιά του ἐπιστολή, ὁ ἴδιος
πατήρ, ἀναφέρει ὅτι δύο πρόσωπα κατὰ τὴν ὥρα τοῦ Βαπτίσματος ἔγιναν καλὰ
ἀπὸ ἀνίατες ἀῤῥώστειες. (Βλέπε καὶ Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ
Ἐγκυκλοπαίδεια, τόμος Α´ σελ. 225).
Ἔτσι
παρατηροῦμε ὅτι πολὺ γρήγορα σχηματίσθηκε ἡ πεποίθηση στοὺς πιστοὺς
χριστιανοὺς ὅτι τὸ ἁγιασμένο νερὸ τοῦ Βαπτίσματος ἦταν χρήσιμο καὶ γιὰ
τοὺς βαπτισμένους πιστοὺς προκειμένου νὰ τὸ ἔχουν σὰν φάρμακο στὰ σπίτια
τους, γιὰ μετάληψη καὶ ῥαντισμό.
Γιὰ
λόγους πρακτικοὺς καὶ γιὰ νὰ μὴν ἐμποδίζονται οἱ λειτουργοὶ ἱερεῖς στὸ
βάπτισμα τῶν πολλῶν κατηχουμένων ἀπὸ τὴν προσέλευση τῶν πιστῶν πρὸς
ἄντληση ἁγιασμένου νεροῦ, καθιερώθηκε ἡ τελετὴ τῆς ἀκολουθίας τοῦ
Ἁγιασμοῦ νὰ γίνεται δύο φορές. Τὴν παραμονὴ στὴν παννυχίδα καὶ τὴν
ἑπομένη ἡμέρα τῆς Ἑορτῆς.
Μετὰ
τὴν ἐπικράτηση τοῦ νηπιοβαπτισμοῦ (ΣΤ´ αἰώνας) καὶ τὴν τέλεση τοῦ
Βαπτίσματος σὲ ὁποιαδήποτε ἡμέρα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χρόνου, ὁ Μεγάλος
Ἁγιασμὸς ἐξακολουθεῖ νὰ γίνεται δύο φορὲς μέχρι τὶς ἡμέρες μας, χωρὶς νὰ
ὑπάρχει διαφορὰ τοῦ ἑνὸς Ἁγιασμοῦ τῆς παραμονῆς καὶ τοῦ ἄλλου τῆς
ἑορτῆς, 5 καὶ 6 Ἰανουαρίου.
Ἡ ἀκολουθία τοῦ μεγάλου Ἁγιασμοῦ εἶναι μία καὶ ἡ αὐτή, εἴτε τελεῖται τὴν παραμονή, εἴτε τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανίων.
Ὁ καθηγητὴς Ἰ. Φουντούλης, σημειώνει στὴν ὑπ᾿ ἀριθμ. 208 ἀπάντησή του·
«Καὶ
ὅπως ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι μία καὶ αὐτὴ εἴτε τελεῖται τὸ Πάσχα, τὰ
Χριστούγεννα, τὴν Κυριακή, ἢ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἡμέρα τοῦ ἔτους καὶ ὁ
κοινωνῶν κοινωνεῖ πάντοτε Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, ἔτσι καὶ στὴν ἀκολουθία
τοῦ μεγάλου Ἁγιασμοῦ μεταβάλλεται διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος τὸ εὐλογούμενο ὕδωρ σὲ Μέγαν Ἁγιασμό, σὲ ὁποιαδήποτε ἀπὸ τὶς
δύο ἡμέρες τελεσθεῖ ἡ ἀκολουθία. Ἡ διπλὴ τέλεσις τῆς ἀκολουθίας προῆλθε
ἀπὸ καθαρῶς πρακτικοὺς λόγους, γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν πιστῶν».
Πολλοὶ
κατὰ διαστήματα προσπάθησαν νὰ δώσουν διάφορες ἐξηγήσεις καὶ
συμβολισμοὺς στὶς δύο ἀκολουθίες καὶ ἴσως ἀπ᾿ αὐτὸ νὰ προῆλθε ἡ σύγχυση
ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα καὶ θέλει νὰ ξεχωρίσει τὸν ἕναν Ἁγιασμὸ ἀπὸ τὸν
ἄλλο.
Ὁ ἴδιος καθηγητὴς γράφει στὴ συνέχεια τὴν ἀπάντηση·
«...Καὶ
ὁ Καμπανίας Θεόφιλος στὸ “Ταμεῖον Ὀρθοδοξίας” προσπαθεῖ νὰ δώσει μία
ἑρμηνεία στὴν διπλὴ τέλεσι· αὐτὸς ἐπικαλεῖται πρακτικοὺς λόγους, τὸ
“Φώτισμα” δηλαδὴ τῶν “οἴκων, χώρων, μανδρῶν καὶ παντὸς ἐκτὸς καὶ ἐντὸς
οἰκήματος ἀνθρώπων καὶ θρεμμάτων”, ποὺ ἐγένετο ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς κατὰ τὴν
παραμονὴ “ἐν γὰρ τῇ τῶν Θεοφανίων, ἡμέρᾳ δεσποτικῇ, οὐ πρέπον τοὺς
ἱερεῖς περιάγειν καὶ τοὺς ἄλλους ἐνοχλεῖν». Οὔτε κἂν περνᾶ ἡ σκέψις σ᾿
ὅλους τοὺς ἀνωτέρω, ὅτι ὑπάρχει καμία διαφορὰ μεταξὺ τῆς μιᾶς καὶ τῆς
ἄλλης ἁγιάσεως τοῦ ὕδατος.»
Ὅσο
γιὰ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Παϊσίου Γάζης, ποὺ μνημονεύει ὁ ὅσιος Νικόδημος
εἰς τὸ “Πηδάλιον”, σὲ ὑποσημείωση στὸν ξε´ κανόνα τῆς Πενθέκτης Συνόδου,
ὅτι ὁ τῆς Παραμονῆς “εἶναι εἰς τύπον τοῦ βαπτίσματοςτοῦ Ἰωάννου... διὰ
τοῦτο καὶ γίνεται ταπεινὰ” καὶ τῶν Φώτων ὅτι “εἶναι εἰς τύπον τοῦ
βαπτίσματος τοῦ Κυρίου... διὰ τούτου καὶ γίνεται μετὰ παῤῥησίας καὶ
παραπομπῆς” εἶναι μία εὐσεβὴς ἐξήγηση, χωρὶς ὅμως κανένα ἱστορικὸ ἢ
λειτουργικὸ ἔρεισμα.
Εἶναι
ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας ἀπὸ τότε ποὺ καθιέρωσε τὴν τέλεση τοῦ
Ἁγιασμοῦ, σὲ ἀνάμνηση τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου μας στὸν Ἰορδάνη ποταμό,
συνέστησε κατὰ κάποιο τρόπο, μιὰ ἰδιαίτερη εὐλάβεια στὸ ἁγιασμένο νερό.
Ἀκόμη καὶ ἡ προέλευση καὶ σχέση τῆς ἀκολουθίας μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἁγίου
Βαπτίσματος τοποθέτησε «ἱεραρχικὰ», κατὰ τάξη θὰ λέγαμε, τὸ Μεγάλο
Ἁγιασμὸ ὕστερα ἀπὸ τὴ Θεία Κοινωνία. Στὸν Κώδικα 978 τοῦ Σινᾶ ἀναφέρεται
«δεύτερον τῆς Ἁγίας Κοινωνίας» καὶ σημειώνεται ἀκόμη ὅτι δινόταν σὰν
βοηθητικὸ μέσο σ᾿ αὐτοὺς ποὺ εἶχαν κάποιο ἐμπόδιο καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ
ἔχουν συμμετοχὴ στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἡ
ὑπέρμετρη αὐτὴ εὐλάβεια στὸ Μεγάλο Ἁγιασμὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ
δημιουργηθοῦν πολλὲς ὑπερβολὲς ποὺ δυστυχῶς ἔφθασαν μέχρι τὶς ἡμέρες
μας. Καὶ εἶναι φανερὸ ὅτι πολλὲς ἀπ᾿ αὐτὲς δὲν ἀνταποκρίνονται, ὅπως
φαίνεται, στὰ πράγματα.
Ἡ
ἴδια Ἀκολουθία, ὅπως σημειώσαμε, κάνει λόγο γιὰ διαρκὴ χρήση τοῦ
ἁγιασμένου νεροῦ καὶ συνιστᾶ νὰ τὸ ἔχουμε πρὸς «πᾶσαν ὠφέλειαν
ἐπιτήδειον» ("Ἐφημέριος" ἔτους 1969, σελ. 59 κ.ἑ.).
Χρειάζεται
πολλὴ προσοχὴ ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς Πατέρες ἡ σύσταση ποὺ κάνουν σὲ
μερικοὺς· «Νὰ κοινωνήσεις μὲ Μεγάλο Ἁγιασμὸ», χωρὶς προηγουμένως νὰ
ἐξηγήσουν μὲ λεπτομέρεια τὴ σωστὴ χρήση καὶ τὰ ἀποτελέσματα τοῦ Μεγάλου
Ἁγιασμοῦ. Τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσει τὴ Θεία Κοινωνία, ποὺ
εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας, μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει μὲ κάθε θυσία καὶ
κατάλληλη προετοιμασία νὰ προσερχόμεθα γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του.
Οὔτε
εἶναι σωστὴ ἡ σύσταση νὰ ζητοῦν οἱ πιστοὶ νὰ λάβουν Μεγάλο Ἁγιασμὸ τὴν
ὥρα ποὺ ὁ Λειτουργὸς ἱερεὺς μεταδίδει ἀπὸ τὴν ὡραία Πύλη τὴ Θεία
Μετάληψη καὶ ἰδιαίτερα στὶς «μεγάλες μέρες» ποὺ ἡ προσέλευση στὴ Θεία
Κοινωνία γίνεται σχεδὸν ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν πιστῶν ἐνοριτῶν.
Μερικοὶ
μιλοῦν γιὰ ἐπιστροφὴ τοῦ ἁγιάσματος στὸ Ναό, ἂν δὲν χρησιμοποιηθεῖ τὴν
ἡμέρα τῶν Θεοφανίων. Αὐτὸ εἶναι παράδοξο, κι ὅταν λέγεται ἀκόμη καὶ ἀπὸ
μορφωμένους ἱερεῖς, ποὺ ὑποτίθεται ὅτι ἔχουν μελετήσει τὸ θέμα καὶ
χειρίζονται μὲ ὑπευθυνότητα τὰ ἁγιαστικὰ μέσα τῆς Ἐκκλησίας μας. Μὲ τὸν
τρόπο αὐτὸ «ἀντιστρατεύεται» ἡ πραγματικότητα καὶ ὁ σκοπὸς τοῦ Ἁγιασμοῦ
μὲ ἀποτέλεσμα πολλοὶ πιστοὶ νὰ στεροῦνται ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ χρήσιμες
ἰδιότητες τοῦ ἁγιασμένου νεροῦ, ποὺ ὠφελεῖ μὲ πολλοὺς τρόπους τὴν
πνευματική μας ζωὴ καὶ μᾶς βοηθάει νὰ πολεμήσουμε τὶς διαβολικὲς
ἐνέργειες.
Ὅπως
ἀναφέραμε, ὁ Ἁγιασμὸς ποὺ γίνεται τὴν παραμονὴ καὶ αὐτὸς ποὺ γίνεται
τὴν ἡμέρα τῶν Θεοφανίων, εἶναι ὁ ἴδιος καὶ μποροῦμε νὰ τὸν πάρουμε καὶ
νὰ πιοῦμε νηστικοὶ κατὰ τὴ συνήθεια ποὺ ἐπεκράτησε χωρὶς καμιὰ ἰδιαίτερη
νηστεία νωρίτερα.
Ἡ
νηστεία ποὺ κάνουμε τὴν παραμονὴ τῆς Ἑορτῆς, δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὴ
μετάληψη τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ. Ἡ νηστεία τῆς παραμονῆς εἶναι
«κατάλοιπο» τῆς προπαρασκευαστικῆς νηστείας περισσοτέρων ἡμερῶν ποὺ
γινόταν γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῶν τριῶν μεγάλων ἑορτῶν ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας
εἶχε τὴν 6η Ἰανουαρίου· Γέννηση, Περιτομὴ καὶ Βάπτιση τοῦ Κυρίου. Ὅταν ἡ
Γέννηση μεταφέρθηκε νὰ ἑορτάζεται στὶς 25 Δεκεμβρίου ἡ
προπαρασκευαστικὴ νηστεία ἔγινε 40 ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα καὶ
γιὰ τὰ Θεοφάνια λόγῳ τοῦ δωδεκαημέρου ἔμεινε μόνο μιὰ ἡμέρα νηστείας, ἡ
παραμονὴ 5 Ἰανουαρίου.
Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους κώδικες κάνουν λόγο γιὰ μετάληψη τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ πρὸ τοῦ ἀντιδώρου.
Ἡ
σύγχρονη πράξη τῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ κρατοῦν μὲ πολλὴ προσοχὴ
τὶς παραδόσεις, ἔχει τὴν ἑξῆς σειρά· Θεία Κοινωνία, Ἀντίδωρον, Ἁγιασμός,
κόλλυβο. Ἀκόμη καὶ γιὰ λόγους πρακτικοὺς σήμερα συνιστᾶται πρῶτα νὰ
παίρνουμε τὸ ἀντίδωρο ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Λειτουργοῦ ἱερέα καὶ στὴ συνέχεια
νὰ μεταβαίνουμε στὸν τόπο ποὺ ὑπάρχει τὸ ἁγίασμα γιὰ νὰ μεταλάβουμε ἀπ᾿
αὐτὸ καὶ νὰ πάρουμε καὶ γιὰ τὸ σπίτι μας.
Ὁ
Ἁγιασμός, ποὺ καθιερώθηκε νὰ γίνεται τὴν παραμονὴ καὶ τὴν ἡμέρα τῆς
ἑορτῆς τῶν Θεοφανίων, ὀνομάσθηκε Μεγάλος Ἁγιασμὸς σὲ σύγκριση μὲ τὸν
ἄλλο Ἁγιασμὸ ποὺ γίνεται σὲ ὁποιαδήποτε ἡμέρα τοῦ χρόνου καὶ λέγεται
Μικρὸς Ἁγιασμός.
Ἡ
Ἐκκλησία πολὺ νωρὶς βρέθηκε στὴν ἀνάγκη νὰ δημιουργήσει ἑορτές,
ἀκολουθίες καὶ ἄλλες παρόμοιες ἐκδηλώσεις, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ «ξεκόψει»
κατὰ κάποιο τρόπο τὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθιμα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν πιστῶν της.
Ἔτσι
συνέβη καὶ μὲ τὴ δημιουργία καὶ καθιέρωση τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ, γιὰ τὸν
ὁποῖο τίποτα δὲν γνωρίζουμε, γιὰ τὸ πότε ἀκριβῶς «εἰσῆλθε» στὴ ζωὴ τῆς
Ἐκκλησίας. Ὁ Βαλσαμών, ποὺ σχολιάζει τὸν ΞΕ´ Κανόνα τῆς ἐν Τρούλῳ
Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀναφέρει τὰ ἑξῆς· «Ἡ τῆς νουμηνίας (ἀρχὴ τοῦ
σεληνιακοῦ μηνὸς) ἑορτή, πρὸ ἀμνημονεύτων χρόνων, ἐσχόλασε καὶ ἀντὶ
ταύτης, Θεοῦ χάριτι, ἱλαστήριοι εὐχαὶ πρὸς Θεὸν καὶ ἁγιασμοὶ ἐπ᾿
Ἐκκλησίας παρὰ τοῦ πιστοῦ λαοῦ γίνονται καθ᾿ ἑκάστην ἀρχιμηνίαν καὶ
ὕδασιν εὐλογία, οὐκ ἀντιλογίας, χριόμεθα».
Ὁ
Κ. Καλλίνικος στὸ βιβλίο του «Ὁ Χριστιανικὸς Ναὸς καὶ τὰ τελούμενα ἐν
αὐτῷ» (Ἔκδοσις Β´, 1958, σελ. 581) γράφει σχετικῶς· «Οἱ μηνιαῖοι
ἁγιασμοὶ δὲν εἶναι μὲν σύγχρονοι τῶν Χρυσοστόμου, Ἐπιφανίου, Θεοδωρήτου ἢ
καὶ Σωφρονίου, πλὴν δὲν εἶναι καὶ μεταγενέστεροι τοῦ 8ου αἰῶνος,
ἐμπεδοθέντες ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ ὡς ἀντίμετρον καὶ ἀντισήκωμα
εἰδωλολατρικῶν θαλασσίων ῥαντισμῶν καὶ ἁγνισμῶν, καθ᾿ ὧν ὤφειλεν ὁ
Χριστιανισμὸς διὰ τοῦ αὐτοῦ ὅπλου νὰ ἀντεπεξέλθῃ».
Στὸ
σημεῖο αὐτὸ θεωρεῖται σκόπιμο ν᾿ ἀναφερθεῖ ὅτι ὑπάρχει μαρτυρία κατὰ
τὴν ὁποίαν Μικρὸς Ἁγιασμὸς γινόταν καὶ στὸ Παλάτι τῆς Κωνσταντινουπόλεως
παρουσίᾳ τῶν Βασιλέων καὶ γινόταν στὴν ἀρχὴ κάθε μῆνα ἐκτὸς τοῦ
Ἰανουαρίου καὶ Σεπτεμβρίου, ἐπειδὴ ἀκολουθοῦσαν οἱ γιορτὲς τῶν Θεοφανίων
καὶ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Ἔτσι
ἐξηγεῖται καὶ ἡ μνημόνευση ποὺ ὑπάρχει στὴν εὐχὴ γιὰ τοὺς πιστοὺς
βασιλεῖς καὶ ἀκόμη τὸ τροπάριο «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν Σου... νίκας τοῖς
βασιλεύσιν κατὰ βαρβάρων δωρούμενος» καὶ ψάλλεται ὅταν «καταδύεται» στὸ
νερὸ ὁ Τίμιος Σταυρὸς (Θρησκ. Ἐγκυκλ. τόμος Α´, σελ. 142 κ.ἑ.).
Ἡ
Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸ βάπτισμα τοῦ
Κυρίου, ὅπως εἶναι ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, οὔτε γίνεται σὲ
ἀνάμνηση ἐκείνου, ὅπως εἶναι ἠ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ. Ἔχει ἕναν
ξεχωριστὸ χαρακτῆρα καὶ διαφορετικὸ σκοπό.
Καθαγιάζεται
τὸ νερὸ γιὰ νὰ χρησιμοποιηθεῖ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς γιὰ τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴν
ψυχικὴ καὶ σωματικὴ θεραπεία καὶ γιὰ εὐλογία «τῶν οἴκων καὶ τῶν ἔργων
τῶν χειρῶν των», ὅπως χαρακτηριστικὰ διατυπώνεται στὶς αἰτήσεις τῶν
εἰρηνικῶν καὶ στὶς εὐχὲς τῆς ὅλης ἀκολουθίας τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ
(Ἀπαντήσεις εἰς λειτουργικὰς ἀπορίας, Ἰ. Φουντούλη, σελ. 74).
Εὔκολα
τώρα μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε ὅτι διαφορὰ στὴν οὐσία μεταξὺ τοῦ
Μεγάλου καὶ τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ δὲν ὑπάρχει. Διαφέρουν μόνο στὸ χρόνο
ποὺ καθιερώθηκε στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, στὴν Ἀκολουθία καὶ στὶς μέρες ποὺ
γίνονται. Ὁ μεγάλος ἁγιασμὸς γίνεται στὶς ἑορτέςτῶν Θεοφανείων καὶ ὁ
μικρὸς κάθε πρωτομηνιὰ καὶ ὁπότε ἡ ἀνάγκη τῶν πιστῶν τὸ ζητήσει.
«Μικρός,
καθὼς νεώτερός του κατὰ τὴν ἡλικίαν καὶ βραχύτερός του κατὰ τὴν
ἔκτασιν. Μικρὸς διότι ὅ,τι ἐκεῖνος ἐπαγγέλλεται ἐν μεγάλῳ βαθμῷ ἅπαξ τοῦ
Ἔτους, τοῦτο οὗτος ἔρχεται νὰ ἐκζητήσῃ παρὰ Θεοῦ εἰς βαθμὸν μικρότερον
ἐν οἱᾳδήτινι ἡμέρα καὶ ὥρα τοῦ ἐνιαυτοῦ...» (Κ. Καλλίνικος, σελ. 580).
Καὶ
θὰ τελειώσω τὴ μικρὴ αὐτὴ μελέτη, περὶ τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ καὶ τὴ
χρήση του, μὲ τὰ σχετικὰ ποὺ γράφει ὁ ἀρχιμανδρίτης-ἱεροκήρυξ
Χριστόφορος Καλύβας, στὸ βιβλίο του «Ἀδελφικὰ γράμματα» (ἐκδ. 1962, σελ.
257)·
«Ὁ
Ἁγιασμὸς εἶναι Ἁγιασμός, εἴτε δίδεται τὴν παραμονὴ τῶν Φώτων, εἴτε τὴν
ἴδια ἡμέρα εἴτε γίνεται στὸ σπίτι. Δὲν ἔχει διαφορὰ ὁ ἁγιασμὸς ὁ Μικρὸς
ἀπὸ τὸν Μεγάλο. Λέγεται Μικρὸς ἢ Μεγάλος, ἐπειδὴ οἱ εὐχὲς εἶναι
μικρότερες ἢ μεγαλύτερες, ἐπειδὴ παρατείνεται περισσότερο ἢ λιγότερο ἡ
σχετικὴ ἀκολουθία. Θεαματικὰ εἶναι αὐτά. Δὲ σημαίνουν οὐσία προκειμένου
περὶ τοῦ ἁγιασμοῦ τοῦ καθαροῦ νεροῦ ποὺ βρίσκεται στὴ λεκάνη. Μὴν
κρατοῦμε τὸ λαό μας στὸ σκοτάδι, στὴν πλάνη. Τὸ ἁγιασμένο νεράκι τοῦ
Μικροῦ Ἁγιασμοῦ διατηρεῖται χρόνια, ὅπως καὶ τὸ νεράκι τοῦ Μεγάλου
λεγομένου Ἁγιασμοῦ».
Πηγή:
Αγιοκέρι