Links

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Γρηγόριος Λαρεντζάκης, Η νέα μορφή επικοινωνίας Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως – Πάπα Ρώμης και Οικουμενικού Πατριάρχου. Συνέχειες ή ασυνέχειες;

Η εισήγηση του Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Γκράτς της Αυστρίας στη διεθνή επιστημονική ημερίδα με θέμα: «Φραγκίσκος Α΄ Επίσκοπος Ρώμης-Βαρθολομαίος Α΄ Οικουμενικός Πατριάρχης. Πρότυπα θρησκευτικών ηγετών στον 21ο αιώνα» (21 Απριλίου 2015)
Ἀποτελεῖ χαρά καί τιμή γιά μένα ἡ δυνατότητα συμμετοχῆς μου στήν σημερινή ἐκδήλωση, ἡ ὁποία παρουσιάζει τήν προσωπικότητα καί τό ἔργο τῶν ἀρχηγῶν τῶν Ἐκκλησιῶν μας καί κυρίως τοῦ Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, οἱ ὁποῖοι ἀντιπροσωπεύουν δύο Ἐκκλησίες ἐν κινήσει, δύο Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες ἀναζητοῦν ἀλλήλας καί οἱ ὁποῖες ἐπιθυμοῦν νά συναντηθοῦν κάτω ἀπό τήν σκιά τοῦ σταυροῦ τῆς καταλλαγῆς καί σωτηρίας, γιά νά ἐφαρμώσουν τήν ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν».

Τοῦτο σημαίνει, ὅτι πράγματι οἱ ἀρχηγοί τῶν Ἐκκλησιῶν μας τίς τελευταῖες δεκαετίες, μέχρι καί τοῦ Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, δέν ἐκφράζουν μόνον μέ λόγια τήν θέλησή των πρός ἐκπλήρωση τῆς ἐπιθυμίας τοῦ Κυρίου πρός ἀποκατάσταση τῆς ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλά προβαίνουν καί σέ συγκεκριμένες ἐλπιδοφόρες καί ἀδελφικές πράξεις μέ πλήρη ἀγάπη καί ἀλληλοεκτίμηση, πράξεις, οἱ ὁποῖες ἀποδεικνύουν τήν πραγματική καί εἰλικρινή θέλησή των. Βέβαια δέν ἔχομε φθάσει στό τέρμα τῆς δύσκολης καί ἀκανθώδους πορείας. Τά γεγονότα ὁμιλοῦν μόνα των. Οἱ πράξεις εἶναι αὐτόπτες καί αὐτήκοοι μάρτυρες μιᾶς ἱστορικῆς μεταστροφῆς πρός καταλλαγή καί ἑνότητα. Μόνον ὅποιος δέν θέλει νά δεῖ, λέγει τό «οὐ μέ πείσεις κἄν μέ πείσῃς». Ἐπιλήψει με ὁ χρόνος διηγούμενος τούς σταθμούς τῆς ἱστορικῆς αὐτῆς πορείας τῆς νέας ἐπικοινωνίας Ρώμης καί Νέας Ρώμης, τῆς πορείας ἐπανευρέσεως τοῦ ἑνός ἀπό τόν ἄλλον καί τῆς ἐπαναφορᾶς εἰς τήν μνήμην ὅλων μας, ὅτι ἀνήκομεν εἰς τήν αὐτήν οἰκογένειαν τοῦ ἑνός σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας αὐτοῦ, παρά τήν κατάσταση ἀκοινωνησίας στά μυστήρια, στήν ὁποία ἀκόμη δυστυχῶς εὑρισκόμεθα.

Ἐδῶ καί σήμερα θεωρῶ σκόπιμον καί χρήσιμον, νά ἀναφερθοῦν, ἔστω καί ἐπιγραμματικά ὡρισμένα στοιχεῖα, τά ὁποῖα ἀποδεικνύουν τήν θετικήν πορείαν τῶν σχέσεων τῶν δύο ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν, τῆς Πρεσβυτέρας καί τῆς Νέας Ρώμης, διά τῶν ἀρχηγῶν αὐτῶν. Ἀπό πότε ἄρχισε αὐτή ἡ νέα μορφή ἐπικοινωνίας; Ποιές προσωπικότητες διεδραμάτισαν κεντρικόν ρόλον; Παραμένει ἡ νέα αὐτή ἀδελφική καί φιλική ἐπικοινωνία μόνον στόν τρόπο πραγματοποιήσεώς της ἤ ἔχει ἀλλάξει καί κάτι ἐπί τῆς οὐσίας, σχετικά μέ τά ὑπάρχοντα προβλήματα, τά ὁποῖα ἀκόμη ἐμποδίζουν τήν πραγματοποίηση τῆς πλήρους ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας;

Γνωστόν εἶναι σέ ὅλους, ὅτι παλαιότερα εἶχον διακοπεῖ οἱ σχέσεις τῶν Ἐκκλησιῶν μας τόσον, ὥστε εἶχαν ἀποξενωθεῖ καί ἀπομονωθεῖ παντελῶς μέ ἀποτέλεσμα νά μήν ὑφίσταται οὐδεμία ἐπικοινωνία, οὔτε προσωπική τῶν ὑπευθύνων, ἀλλά οὔτε καί μία ἁπλή ἀλληλογραφία μέχρι τό ἔτος 1959.

Ἁπλά ὑπῆρχε ἡ ἔντονη καί ἔμμονη τάση ἀπό τή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία νά ἀποκατασταθεῖ ἡ χριστιανική ἑνότητα μέ τήν ἐπιστροφή ὅλων, καί τῶν Ὀρθοδόξων, στή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία καί τήν ὑποταγή των κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ Πάπα γιά νά γίνει μία ποίμνη κάτω ἀπό ἕνα ποιμένα, δηλαδή τόν Πάπα, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἀπέρριπτε καί ἀπορρίπτει κατηγορηματικά ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Αὐτή τήν «μέθοδο» ἑνώσεως μέ ἐπιστροφή καί ὑποταγή εἶχε προτείνει στούς Ὀρθοδόξους καί ὁ πολύς Πάπας Ἰωάννης ὁ 23ος στήν πρώτη του ραδιοφωνική ὁμιλία τήν 30ή Ὀκτωβρίου 1958, ὅταν ἔλεγε: «Ἀγκαλιάζουμε ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς, ὅπως καί τήν Ἐκκλησία τῆς Δύσεως μέ θερμή πατρική ἀγάπη. Καί ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀποχωριστεῖ ἀπό αὐτήν τήν ἀποστολική ἕδρα … Ἐπιθυμοῦμε διακαῶς τόν ἐπαναπατρισμόν των εἰς τήν οἰκίαν τοῦ κοινοῦ πατέρα … Προσευχόμεθα γιά νά ἐπιστρέψουν οἰκειοθελῶς καί εὐχόμεθα μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ νά γίνει σύντομα. Δέν θά βροῦν κάποιο ξένο σπίτι, ἀλλά τό δικό των, ἐκεῖνο, τό ὁποῖο ἤδη ἀπό τήν ἀρχαιότητα ἐφώτισαν οἱ πατέρες των καί ἐκόσμησαν μέ τίς ἀρετές των»[1].

D90_76

Ὁ μεγάλος Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ὅταν πληροφορήθηκε ἀπό τά μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως τίς προσκλήσεις αὐτές τοῦ Πάπα Ἰωάννου τοῦ ΚΓ΄ ἀντέδρασεν ἄμεσα, σωστά καί ἀποφασιστικά.

Ἐξέδωσε ἕνα Μήνυμα ἐπί τῆ πρώτῃ τοῦ Νέου ἔτους 1959 καί ἀπήντησε καταλλήλως. Χαιρετίζει τήν πρόσκληση πρός εἰρήνην «ὁπονθεδήποτε προερχομένην, μειζόνως δέ καί ὡς εἰκός, ὅταν ἐκπορεύηται ἐκ Κέντρου Χριστιανικοῦ, οἷον ἡ Πρεσβυτέρα Ρώμη.» Γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς σημερινῆς (1959!) ἀνθρωπότητας, τονίζει ὁ Πατριάρχης, ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη ἡ συνεργασία ὅλων τῶν πνευματικῶν δυνάμεων τοῦ Χριστιανισμοῦ καί ἡ συνάντηση τῶν Ἀρχηγῶν τῶν Ἐκκλησιῶν. Προτείνει δέ ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας γιά πρώτη φορά τήν πραγματοποίηση συναντήσεως τῶν Ἀρχηγῶν τῶν Ἐκκλησιῶν, «ἐν πνεύματι ἰσότητος, δικαιοσύνης, ἐλευθερίας πνευματικῆς καί ἀλληλοσεβασμοῦ». Καί στό σημεῖο αὐτό εἶναι ὁ Πατριάρχης πρωτοπόρος καί ὁραματιστής.

Καί συνεχίζει ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στό Μήνυμά του πιό σαφής: «Θεωροῦμεν εὐσταθοῦσαν τήν ἐλπίδα καί τήν προσευχήν Ἡμῶν, καί ἡ Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία τῆς Ρώμης θά στραφῇ ἀδελφικῶς πρός τήν Ἀνατολήν, καί τοῦτο εὐχόμεθα καί προσδοκῶμεν παρά τῆς Α. Ἁγιότητος τοῦ νέου Πάπα Ρώμης Ἰωάννου τοῦ ΚΓ΄…». Ὄχι, λοιπόν, μονόδρομος καί ἐπιστροφή, οὐδόλως δέ ὑποταγή στή Ρώμη, ἀλλά συνάντηση ἐπί ἴσοις ὅροις μέ ἀλληλοσεβασμό, καί μέ τήν στροφή τῆς Ρώμης πρός τήν Ἀνατολή. Αὐτή εἶναι ἡ ἀκράδαντη πεποίθηση καί ἀρχή τῆς Ὀρθοδοξίας, αὐτό μεταφέρουν οἱ Πατριάρχες καί Ἱεράρχες τῆς Ὀρθοδοξίας στίς οἰκουμενικές συναντήσεις τους ἐπί ἀνωτάτου ἐπιπέδου καί ὅπου ἀλλοῦ.

Τό ἑπόμενο τολμηρό βῆμα τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα τό ἴδιο ἔτος καθώρισε τήν μελλοντική νέα πορεία. Μέ αὐτοπεποίθηση καί εἰλικρίνεια ἀπέστειλε τήν 17η Μαρτίου 1959 τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπον Ἀμερικῆς Ἰάκωβο κατευθείαν στόν Πάπα Ρώμης Ἰωάννη τόν ΚΓ΄ στό Βατικανό γιά νά μιλήσουν πρόσωπο πρός πρόσωπο καί νά τοῦ μεταφέρει τίς ἀπόψεις τοῦ Πατριάρχου εὐθέως. Τί τούτου καλύτερον; Ἡ ἀποστολή ἦταν μυστική, ἀλλά ἐπίσημη[2].

D90_139

Ἐδῶ μερικά ἀποσπάσματα τῆς συνομιλίας:

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος: «Ἁγιώτατε. Ἡ Α. Θ. Παναγιότης μοί ἀνέθεσε τήν ὑψίστην τιμήν νά ἐπιδώσω πρός τήν Ὑμετέραν Ἁγιότητα ὄχι ἐν γράμμασιν, ἀλλ’ ἐν τῇ ζώσῃ τό ἑξῆς Μήνυμα:…

Ὁ Πάπας: «Σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο». Ἔχω τό αἴσθημα, ὅτι ἐπεσκέφθη τόν οἶκον τοῦτον ὁ Θεός ὁ ἴδιος.Ἡ Νέα Ρώμη πρός τήν Παλαιάν…. Εἶναι ὁ καιρός τῆς ἀπ’ εὐθείας προσωπικῆς κοινωνίας. Τά γράμματα δέν ἀποσαφηνίζουν πάντοτε τήν καλήν πρόθεσιν.»

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος: «Μοῦ ἐπιτρέπετε Ἁγιώτατε; Ἐλπίζομεν νά μή ἐπα- ναληφθῇ ἡ παλαιά πρόσκλησις ἤ ἔννοια τῆς ἑνώσεως: ἐπιστρέψατε, διά νά ἐνωθῆτε…

Καί ὁ Πάπας ἀπαντᾶ εὐθέως: «Ἡ ἕνωσις θά εἶναι ἕνωσις καρδιῶν. Ἕνωσις προσευχῆς. Ἕνωσις-καρπός ἀναζητήσεως τοῦ ἑνός ὑπό τοῦ ἄλλου.

Ἐάν δέν ἐπικρατήσῃ τό σύνθημα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως: ἐλευθερία, ἰσότης, ἀδελφότης, οὔτε εἰρήνη θά ὑπάρξῃ μεταξύ τῶν ἐθνῶν, οὔτε ἕνωσις μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν.

Ἐπαναλάβατε ταῦτα εἰς τόν Παναγιώτατον. Βεβαιώσατε Αὐτόν περί τῆς εὐγνωμοσύνης μου καί τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης μου. Καί εἴπατε πρός αὐτόν, ὅτι εἴμεθα ὅλοι ἀπεσταλμένοι, ἐκεῖνος καί ἐγώ».[3]Αὐτά ἀπήντησε ὁ Πάπας εὐθέως καί ἄνευ περισπασμῶν: καμμία ἐπιστροφή, καμμία ὑποταγή, ἀλλά ἐλευθερία, ἰσότης, ἀδελφότης!

Ἀπό τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1958 μέχρι τόν Μάρτιο τοῦ 1959, δηλ. ἐντός 5 μηνῶν, κατόρθωσε ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας νά ἀλλάξει τήν γνώμη τοῦ Πάπα Ἰωάννη τοῦ ΚΓ΄. Ὄχι, λοιπόν, ἐπιστροφή, ὄχι ὑποταγή, ἀλλά ἰσότης, ἐλευθερία καί ἀδελφότης. Βέβαια δέν φθάσαμε στό τέλος καί ὁ δρόμος εἶναι ἀκό- μα δύσβατος καί μακρύς. Ὅμως δέν ἐπιτρέπεται νά ἀγνοοῦμε τά θαρραλέα αὐτά ἱστορικά βήματα τοῦ μεγάλου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα, πολύ δέ ὀλιγώτερο ἐπιτρέπεται νά κατασυκοφαντεῖται ὡς ἐπιπόλαιος οἰκουμενιστής ἤ καί ὡς προδότης τῆς Ὀρθοδοξίας! Θά ἦταν πολύ χρήσιμο καί ὀρθόν, νά πληροφοροῦνται οἱ πιστοί μας καί τῶν δύο Ἐκκλησιῶν τήν ἀλήθειαν, πῶς ἄνοιξε δηλ. ὁ δρόμος γιά μία νέα ἐπικοινωνία μεταξύ Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως, γιά ἕναν εἰλικρινῆ διάλογο τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀληθείας.

Τό 1959 ἀποτελεῖ, λοιπόν, τό ὁριστικό καί καθοριστικό ὁρόσημο τῆς ἀλλαγῆς πορείας καί τῆς ἀπαρχῆς τῆς κατ’ εὐθεῖαν ἐπικοινωνίας τῆς Πρεσβυτέρας καί τῆς Νέας Ρώμης μέ πρωτοβουλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου. Τότε συνέβη ἡ ἀσυνέχεια τῆς πορείας τῆς Ρώμης πρός ἑνότητα καί ἡ δημιουργία μιᾶς νέας μεθόδου ἐπικοινωνίας Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία συνεχίζεται καί μέχρι σήμερα ἀπό τόν Πάπα Ρώμης Φραγκῖσκο καί τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαῖο μέ ἐπιμονή καί ὑπομονή.

Διάδοχος τοῦ Πάπα Ἰωάννου τοῦ ΚΓ΄ἐξελέγη ὁ Πάπας Παῦλος ὁ ΣΤ΄, μέ τόν ὁποῖο ἤρχισαν οἱ προσωπικές συναντήσεις μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Τά ἐπίσημα κείμενα τῶν συναντήσεων αὐτῶν, ἀλλά καί κυρίως ἡ ὅλη διαδικασία καί ὁ τρόπος τῶν συναντήσεων τῶν δύο Ἀρχηγῶν ἀποτελοῦν μαρτυρία τοῦ νέου πνεύματος καί τῆς ἀδελφικῆς συμπεριφορᾶς τῶν πρώτων ἐπισκόπων τῶν Ἐκκλησιῶν μας, χωρίς ὑπερφύαλες δικαιοδοσιακές ἀπαιτήσεις, χωρίς πρωτεῖα καί ὑποβιβασμούς, χωρίς προκλήσεις καί προσβολές. Δυστυχῶς τά ἱστορικά αὐτά γεγονότα εἶναι ἀκόμη ὀλίγον γνωστά καί ὁπωσδήποτε ἀκόμη χωρίς ἱκανοποιητικές ἐκκλησιαστικές καί θεολογικές ἀξιολογήσεις καί χωρίς πρακτικές συνέπειες στή ζωή τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν μας. Κουραστήκαμε νά ἀναμένουμε αὐτονόητες συνέπειες καταλλαγῆς καί ἀδελφικῆς κοινωνίας.

Ἡ πρόταση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα τό 1959 γιά προσωπική συνάντηση τῶν Ἀρχηγῶν τῶν Ἐκκλησιῶν ἐπραγματοποιήθη γιά πρώτη φορά τόν Ἰανουάριο τοῦ 1964 στά Ἱεροσόλυμα. Ἤδη ἀπό τήν προετοιμασία τῆς συναντήσεως αὐτῆς ἦταν ὁλοκάθαρη ἡ στάση καί ἡ θέση τῆς Ὀρθοδοξίας ἔναντι τοῦ Καθολικισμοῦ καί τῆς θέσεως τοῦ πρώτου αὐτοῦ δηλ.τοῦ Πάπα Ρώμης.

Ὅταν εἶχε μεταβεῖ στή Ρώμη ὁ Μητροπολίτης Θυατείρων Ἀθηναγόρας γιά τήν προετοιμασία τῆς συναντήσεως τοῦ Πάπα Παύλου Στ΄ καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου τόν Ἰανουάριο τοῦ 1964, ἀνέφερε στήν ὁμιλία του τῆς 28ης Δεκεμβρίου 1963 ἐνώπιον τοῦ Πάπα, πρόσωπον πρός πρόσωπον, μεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς: «Ἴσως ἡ Ὑμετέρα Ἁγιότης εἶναι προωρισμένη, ὡς πρῶτος ἐν ἴσοις Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας, ἐν συνεργασίᾳ μετά τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν, Ἀρχηγῶν τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως, νά καλέσῃ τήν Διάσκεψιν ἐκείνην, ἐν τῇ ὁποίᾳ οἱ ἀντιπρόσωποι ὅλων τῶν χριστιανῶν νά μελετήσουν μέσα καί τρόπους πρός ὀλιγόστευσιν τῆς ἁμαρτίας….»[4]Ἴσως ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ Μητροπολίτης Θυατείρων, ὅτι ὁ Πάπας θά ἠδύνατο κατόπιν συνεννοήσεως καί μέ τούς ἄλλους Πατριάρχες καί Ἀρχιεπισκόπους νά συγκαλέσει καί Οἰκουμενικήν Σύνοδο. Καί αὐτό θά μποροῦσε νά εἶναι μία διακονία τοῦ πρώτου ἐν ἴσοις στήν καθόλου Ἐκκλησία, ἐφ’ ὅσον καί ὅταν δημιουργηθοῦν καί οἱ κατάλληλες ἐκκλησιολογικές συνθῆκες. Καί ὁ Πάπας Παῦλος ἔγραφε πρίν ἀπό τήν συνάντηση στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη: Ὅτι «ἐκεῖ ἔνθα κυριαρχεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀγάπη Αὐτοῦ, καθίσταται δυνατή ἡ ἐξομάλυνσις ὅλων τῶν δυσχερειῶν.»[5] Πράγματι ἔγινε στά Ἱεροσόλυμα ἡ συνάντηση μετά παρέλευση αἰώνων, μέ τήν ἐλπίδα, ὡς ἐτόνισεν ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης: «Εἴη ἡ συνάντησις ἡμῶν αὕτη τό λυκαυγές φωτεινῆς καί ἁγίας ἡμέρας, ἐν ᾗ αἱ ἐπερχόμεναι χριστιανικαί γενεαί, ἀπό τοῦ αὐτοῦ Ποτηρίου κοινωνοῦσαι τοῦ τιμίου σώματος καί αἵματος τοῦ Κυρίου, ἐν ἀγάπῃ καί εἰρήνῃ καί ἑνότητι…»[6] Τό τέρμα καί ὁ σκοπός εἶναι, λοιπόν, γιά τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα ἡ πλήρης ἐκκλησιαστική κοινωνία. Καί ὁ Πάπας Παῦλος ὁ ΣΤ΄ ἀναφερόμενος στήν συνάντηση αὐτή, ἐξέφραζε τήν αὐτή θέληση: «Ὅπως ποτ’ ἄν ᾖ, τό γεγονός τοῦτο ἐκδήλως μαρτυρεῖ τήν θέλησιν, ἥτις, τοῦ Θεοῦ συνεργοῦντος, ἐπί μᾶλλον καί μᾶλλον πληροῖ τάς ψυχάς τῶν χριστιανῶν ἀνθρώπων, τῶν ἀξίων τοῦ ὀνόματος τούτου. Τήν θέλησιν, λέγομεν, τήν φερομένην πρός τό πολύτεχνον ἔργον τῆς ὑπερεκπηδήσεως τῶν διχογνωμιῶν καί τῆς ἄρσεως τῶν ἐπιπροσθούντων κωλυμάτων. Τοὐτέστι τήν θέλησιν, ὅπως σταθερῶς ἀκολουθῆται ἡ παραδεδεγμένη ὁδός, ἡ φέρουσα πρός τήν ὁμόνοιαν καί τήν καταλλαγήν.»[7]

Τήν ἀλλαγή τοῦ κλίματος καί «τήν ἐκδήλωσιν τῆς ἀμοιβαίας ἀδελφοσύνης» τῶν δύο Ἐκκλησιῶν μέ τήν συνάντηση αὐτήν ἐκφράζουν οἱ δύο Ἀρχηγοί τῶν Ἐκκλησιῶν μας καί στό Κοινόν Ἀνακοινωθέν, ὅπου τονίζεται, ὅτι «δέονται τοῦ Θεοῦ, ἵνα ἡ συνάντησις αὕτη ᾖ τό σημεῖον καί τό προανάκρουσμα τῶν μελλόντων γενέσθαι…»[8]

Μετά αἰώνων ἐχθρικῆς ἤ καί παθητικῆς σιωπῆς ἔλαμψε τό ἄστρον τῆς ἐλπίδος στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου ἔδειξε τόν νέον δρόμο τῆς καταλλαγῆς καί τῆς εἰρήνης, ὡς ἔδειξε ἄλλοτε τόν δρόμο πρός τόν βασιλέα τῆς εἰρήνης, τόν νεογεννηθέντα Υἱόν τοῦ Θεοῦ.

D90_147

Μετά ταῦτα ἀκολούθησαν ὄντως ἱστορικά γεγονότα, ἐλπιδοφόροι σταθμοί στήν αὔξηση τῆς εἰρήνης καί τῆς καταλλαγῆς. Σήμερα θά ἐπαναφέρω στήν μνήμη μας μόνον λίγα σημεῖα τῆς πορείας αὐτῆς.

Ἡ «ἄρση» τῶν Ἀναθεμάτων τοῦ 1054 τήν 5η Δεκεμβρίου τοῦ 1965 ἀποτελεῖ ἱστορικόν σταθμόν τῆς πορείας τῆς μεταστροφῆς ἀπό τήν ἀποξένωση στήν κατεύθυνση τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ἀδελφικῆς κοινωνίας. Τό θέμα τοῦτο πρέπει νά ἐρευνηθεῖ καί ἀξιολογηθεῖ σέ εἰδική ἐκδήλωση καί πραγματεία.

Σημαντικόν σταθμό τῆς νέας πορείας ἀποτελεῖ ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Πάπα Ρώμης Παύλου τοῦ ΣΤ΄ τήν 25η Ἰουλίου 1967 στήν ἕδρα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Κωνστντινούπολη καί ἡ συνάντησή του μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Κατά τήν πρώτη αὐτή συνάντηση ἑνός Πάπα στήν Κωνσταντινούπολη μετά ἀπό αἰῶνες δέν σφυρηλατήθηκε μόνον ἡ ἀδελφότητα τῶν δύο Ἐκκλησιῶν καί ἡ φιλία τῶν προκαθημένων των.

Οἱ ὁμιλίες καί τά κείμενα, τά ὁποῖα ἀντηλλάγησαν, ἔχουν πολλαπλή καί μεγάλη θεολογική καί ἐκκλησιολογική σημασία καί μποροῦν νά συμβάλουν καί γιά τήν λύση τοῦ μεγάλου προβλήματος τοῦ παπικοῦ πρωτείου, ἐάν ἀξιολογηθοῦν σωστά στίς Ἐκκλησίες μας καί ἐάν χρησιμοποιηθοῦν κατάλληλα καί ἀπό τίς Ἐπιτροπές τοῦ ἐπισήμου Θεολογικοῦ Διαλόγου. Τά κείμενα καί τῶν δύο Ἀρχηγῶν τῶν δύο Ἐκκλησιῶν δείχνουν πνεῦμα ἀλληλοσεβασμοῦ καί ἀλληλοεκτιμήσεως, χωρίς τάσεις ὑπεροχῆς καί ἐπιβολῆς ἰσχύος, ἐξαρτήσεως καί ὑποταγῆς. Τό πνεῦμα τῶν κειμένων αὐτῶν μπορεῖ νά βοηθήσει γιά νά ξεπεράσουμε καί τό ἀδιέξοδο, στό ὁποῖο σήμερα εὑρίσκεται ὁ ἐπίσημος Διάλογος γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος αὐτοῦ.

Ἤδη τό μήνυμα τοῦ Βατικανοῦ τῆς ἀνακοινώσεως καί ἀγγελίας τῆς προθέσεως τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Πάπα στό Φανάρι, τό ὁποῖον ἔφερε προσωπικά ὁ π. Πέτρος Duprey στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα τήν 13η Ἰουλίου 1967, δείχνει τό πνεῦμα καί τόν σκοπό τῆς ἐπισκέψεως: Νά ἀρχίσει ἡ μελέτη γιά τόν τρόπο ἀποκαταστάσεως τῆς «πλήρους κοινωνίας μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου καί τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ὑπό τήν καθοδήγησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐν τῇ προθέσει πραγματοποιήσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Χριστοῦ περί τῆς ἀγάπης ἐν τῇ ἑνότητι καί τῇ ἀληθείᾳ». Ὁ Πάπας δέν ὁμιλεῖ πλέον περί «ἐπιστροφῆς» τῶν Ὀρθοδόξων στήν Καθολική Ἐκκλησία, οὕτε περί τῆς δημιουργίας μιᾶς ποίμνης ὑπό τόν ἕνα ποιμένα, ὑπό τήν ἡγεσίαν τοῦ Πάπα. Ἀπεναντίας ἔχομε στή συνέχεια καί ἕνα τελείως νέο στοιχεῖο γιά τόν τρόπο καί τή μέθοδο, πρός ἀποκατάσταση τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος. Ὁ Πάπας δέν ἀπαιτεῖ, οὔτε ὑπαγορεύει τόν τρόπο καί τούς ὅρους: «Παρακαλεῖ ὅθεν τόν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν, ἵνα εὐαρεστηθῇ καί ὑποδείξῃ Αὐτῷ ποῖοι εἶναι, κατά τήν γνώμην Αὐτοῦ, οἱ καλλίτεροι τρόποι, ἵνα καταντήσωμεν ἐν πιστότητι πρός ἕνα σκοπόν τόσον δυσχερῆ, ἀλλά ἁγιώτατον.» Ἀναμένει, λοιπόν, ὁ Πάπας τίς προτάσεις καί τίς συμβουλές τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα, μέ ποιό τρόπο θά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἑνότητα, χωρίς καμία προκατάληψη ἤ προαπόφαση γιά τήν πορεία αὐτή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Διαλόγου. Καί γιά νά μήν ὑπάρξει καμία παρεξήγηση συνεχίζει τό κείμενο αὐτό τοῦ Βατικανοῦ: «Ἡ ἐπίσκεψις αὐτή οὐδεμίαν ἀπόφασιν προϋποθέτει, ἀλλά θέλει μόνον νά εἶναι μία ἔνδειξις τῆς ἀγάπης καί τοῦ σεβασμοῦ, τόν ὁποῖον ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ρώμης καί Ἀρχηγός τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας τρέφει πρός τόν μέγαν καί σεβάσμιον Πατριάρχην.»[9]Ἡ ἐπιθυμία τοῦ Πάπα εἶναι ξεκάθαρη, καθώς ἐπίσης καί ὁ σκοπός: Ἡ ἀποκατάσταση τῆς πλήρους κοινωνίας τῶν Ἐκκλησιῶν μας ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ μέ κατάληξη τό Συλλείτουργο καί τήν κοινωνίαν ἀπό τό αὐτό Ἅγιον Ποτήριον. Τοῦτο ἐπαναλαμβάνεται συνεχῶς καί τά ἑπόμενα χρόνια στίς διάφορες συναντήσεις καί ἐπικοινωνίες.

Η ἐπίσκεψη στήν Κωνσταντινούπολη πραγματοποιήθηκε τήν 25η Ἰουλίου 1967. Μετά τήν ὑποδοχή στό ἀεροδρόμιο, ὁ Πάπας μεταβαίνει στήν Ἁγία Σοφία, ὅπου γονατιστός προσεύχεται καί ἐκφράζει τήν εὐχή: «Θά ἔπρεπε ὁ ναός αὐτός νά ξαναγίνει αὐτό πού ἦταν», ἀναφέρει ὁ Α. Πανώτης στό ἔργο του Εἰρηνοποιοί.[10]Τά γεγονότα αὐτά κάνουν τόν γῦρο τοῦ κόσμου! Στή συνέχεια μεταβαίνει ὁ Πάπας στό Φανάρι γιά τήν προσωπική συνάντηση μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη. Οἱ προσφωνήσεις μαρτυροῦν πνεῦμα ἀγάπης καί καταλλαγῆς.

Ὁ Πάπας τονίζει στήν ὁμιλία του, ὅτι τώρα εὑρίσκεται στήν Κωνσταντινούπολη ὡς προσκυνητής στούς χώρους ἐκείνους, ὅπου συγκλήθηκαν καί οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί «ἔδωσαν εἰς τήν πίστιν ἡμῶν ἔκφρασιν, ἧς ὁ πλοῦτος καί τό περιεχόμενον, καί ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν εἰσέτι, τροφοδοτοῦσιν ἁπάντων τῶν χριστιανῶν τήν πίστιν καί τήν ἐν ἀγάπῃ θεώρησιν.» Αὐτή εἶναι καί κατά τόν Πάπα Ρώμης Παῦλον τόν ΣΤ΄ ἡ μεγάλη διαχρονική σημασία τῶν ἀποφάσεων τῶν κοινῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖες ἔλαβαν χώρα στήν περιοχή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἀνακαλύπτομε ὁλοένα καί περισσότερον «τήν βαθεῖαν ταυτότητα τῆς ἡμετέρας πίστεως» καί οἱ ὑπάρχουσες διαφορές «δέν πρέπει νά ἐμποδίσωσιν ἡμᾶς, ἵνα ἀντιληφθῶμεν τήν βαθείαν ταύτην ἑνότητα.» Διαπιστώνει ὁ Πάπας! Καί στήν ἐποχή τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Μ. Ἀθανασίου, τοῦ Ἰλαρίου, τοῦ ἁγίου Βασιλείου, τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας ὑπῆρχεν ἡ ταυτότητα τῆς πίστεως ἀνεξαρτήτως τῶν γλωσσικῶν καί ἄλλων ἐθιμικῶν διαφορῶν. Ἐπί λέξει τονίζει ὁ Πάπας: «Ἐάν ἡ ἑνότης πίστεως ἀπαιτεῖται διά τήν πλήρη κοινωνίαν, ἡ ποικιλία τῶν ἐθίμων δέν ἀποτελεῖ ἐμπόδιον δι’ αὐτήν». Ἀναγκαία προϋπόθεση τῆς πλήρους κοινωνίας, χωρίς καμία ἀμφιβολία, εἶναι ἡ Ἑνότης πίστεως! Στή συνέχεια προτρέπει ὁ Πάπας τούς Ἀρχηγούς καί τίς Ἱεραρχίες τῶν δύο Ἐκκλησιῶν νά πράξουν τά πάντα γιά νά ἐπισπεύσουν τήν ἡμέρα τῆς πλήρους κοινωνίας.

Στήν ὁμιλία αὐτή διατυπώνει ὁ Πάπας μία σημαντική πρόταση ὡς πρός τίς δικαιοδοσίες τῶν Ἀρχηγῶν καί τῶν Ἱεραρχιῶν τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἔμεινεν ἀπαρατήρητος: «Ὀφείλουσιν οὗτοι (δηλ. οἱ Ἀρχηγοί καί οἱ Ἰεράρχες τῶν δύο Ἐκκλησιῶν) νά πράξωσι τοῦτο, ἀναγνωρίζοντες καί σεβόμενοι ἀλλήλους ὡς ποιμένας τῆς ἐμπεπιστευμένης εἰς αὐτούς μερίδος τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ, μεριμνῶντες περί τῆς συνοχῆς καί τῆς αὐξήσεως τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἀποφεύγοντες πᾶν ὅ,τι θά ἠδύνατο νά διασκορπίσῃ αὐτόν ἤ νά ἐπιφέρῃ σύγχυσιν εἰς τάς τάξεις αὐτοῦ.» Ὁ Πάπας Παῦλος ὁμιλεῖ μέ βάση τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τή δομή τῆς Ἐκκλησίας σέ συγκεκριμένες αὐτόνομες διοικητικές περιοχές, σέ συγκεκριμένες «μερίδες τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ.» Κανένας ὑπερτονισμός, καμία ἀναφορά σέ κάποιο ἀποκλειστικό πρωτεῖο ἐξουσίας τοῦ Πάπα γιά ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί καμία ἀπαίτηση γιά ὑποταγή καί ὑπακοή τῶν ἄλλων ὡς ὅρων γιά τήν πραγματοποίηση τῆς πλήρους κοινωνίας! Ἡ διατύπωση τοῦ Πάπα εἶναι σαφέστατη καί ἀπό ὀρθοδόξου πλευρᾶς ἀποδεκτή. Στή συνέχεια, μάλιστα, ὁ Πάπας διευκρινίζει ἀκόμη πιό ἔντονα ποιόν ὅρο θέτει γιά τήν πραγματοποίηση τῆς ἑνότητος, γιά νά μήν ὑπάρξουν παρεξηγήσεις: «Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ζωτικός χῶρος, ὁ ἀπαραίτητος διά τήν αὔξησιν τῆς πίστεως καί ἡ ἐν τῇ πίστει κοινωνία εἶναι ὁ ὅρος τῆς πλήρους ἐκδηλώσεως τῆς ἀγάπης, τῆς ἐκφραζομένης ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ.» Αὐτοί εἶναι οἱ ὅροι, τούς ὁποίους θέτει καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ὡς κύριος σκοπός παραμένει ἡ ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος Αὐτοῦ, «εἰς ὅ πάντα τά λοιπά δέον ὅπως ὑπαχθῶσιν ἤ θυσιασθῶσιν.»[11] Θεωρῶ, ὅτι μέ τίς δηλώσεις αὐτές ὁ Πάπας Παῦλος ἔδωσε τήν σωστή λύση καί στό πιό δύσκολο οἰκουμενικό πρόβλημα.
D90_150


[1] „Wir umarmen die gesamte Kirche des Ostens genauso wie die des Westens mit warmer väterlicher Liebe; und auch jene, die von diesem apostolischen Stuhl getrennt sind, wo Petrus in seinen Nachfolgern, ‚bis zum Ende der Welt‘ lebt (Mt 28,20) und den Auftrag Christi ausführt, alles auf Erden zu binden und zu lösen (Mt 16,19) und die ge­samte Herde des Herrn zu weiden (Joh 21,15-17), auch jenen öffnen wir voll Liebe unser Herz und unsere Arme. Wir wünschen glühend ihre Heimkehr in das Haus des gemein­samen Vaters, und wir wiederholen die Worte des Erlösers: ‚Heiliger Vater, bewahre sie in Deinem Namen, die Du mir gegeben hast; laß sie eins sein, wie wir eins sind‘ (Joh 17,11). So möge ‚eine Herde und ein Hirt‘ werden (Joh 10,16). Wir beten, dass sie alle freiwillig kommen mögen; und möge es mit Gottes Hilfe bald geschehen. Sie werden kein fremdes Haus finden, sondern ihr eigenes, eben jenes, das ihre Väter von alters her mit ihrer Lehre erleuchtet und mit ihrer Tugend geschmückt haben“. Herder-Korrespondenz 317

[2] Ἦταν ἡ πρώτη, εὐρύτερα γνωστή, ἐπίσημη ἐπίσκεψη μετά τό Μάϊο τοῦ 1547, ὁπότε ὁ Πάπας Παῦλος ὁ Γ΄εἶχε δεχθῆ τόν Ἔξαρχο τοῦ Πατριάρχη Διονυσίου Β΄ Μητροπολίτη Καισαρείας Μητροφάνη. Ἀργότερα ἐξελέγη Οἰκουμενικός Πατριάρχης ὡς Μητροφάνης Γ΄ (1565-1572). Πρβλ. Ἀριστείδη Πανώτη, Παῦλος ΣΤ΄ – Ἀθηναγόρας ὁ Α΄. Εἰρηνοποιοί, Ἀθῆναι 1971, 41.

[3] Ἀριστείδη Πανώτη, Παῦλος ΣΤ΄ – Ἀθηναγόρας ὁ Α΄. Εἰρηνοποιοί, 42.

[4] Τόμος Ἀγάπης, Vatican-Phanar (1958 – 1970), Rome – Istanbul 1971, 102.

[5] Τόμος Ἀγάπης, 107.

[6] Τόμος Ἀγάπης, 110.

[7] Τόμος Ἀγάπης, 117.

[8] Τόμος Ἀγάπης, 121.

[9] Τόμος Ἀγάπης, 369ἑξ.

[10] Ἀριστείδη Πανώτη, Παῦλος ΣΤ΄ – Ἀθηναγόρας ὁ Α΄. Εἰρηνοποιοί, Ἀθῆναι 1971, 202.274

[11] Τόμος Ἀγάπης, 372-377.

Διαβάστε το πλήρες κείμενο σε μορφή pdf εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

1) Ενδέχεται το περιεχόμενο του άρθρου να μη συμπίπτει με τις απόψεις και θέσεις του Ιστολογίου.
2) Να μην χρησιμοποιείτε greeklish για τον καλύτερη κατανόηση των σχολίων σας.
3) Να τσεκάρετε το πλαίσιο "Να λαμβάνω ειδοποιήσεις" που βρίσκεται κάτω από το μήνυμα σας, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, ώστε να ειδοποιείστε για τα επόμενα σχόλια αυτής της ανάρτησης, μέσω της ηλεκτρονικής σας διεύθυνσης.
4)Τα σχόλια ελέγχονται από τον Διαχειριστή.
5) Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: Johhlotsios@gmail.com.